Περί του Θανάση Παπακωνσταντίνου
{Φωτογραφία από το εξώφυλλο του άλμπουμ «Βραχνός Προφήτης»: η φωτογραφία είναι του Λαρισσαίου φωτογράφου Τάκη Τλούπα (η φωτογραφία αυτή εμφανίζεται και σε κάδρο, στην ταινία του Νίκου Γραμματικού “Ο Βασιλιάς” , της οποίας τη μουσική υπογράφει ο Θανάσης και πρωταγωνιστεί ο Βαγγέλης Μουρίκης)}
9 χρόνια. 33 συναυλίες.6 διαφορετικοί νομοί. Θεώρησα, λοιπόν, ότι έπρεπε κάπου να μοιραστώ αυτές τις εμπειρίες, που μπορούν να αποτελούν κοινό τόπο για πολλούς από εμάς που ακολουθούμε λίγο ή πολύ τον Θανάση(από εδώ και πέρα θα αναφέρεται χωρίς επίθετο) τα τελευταία χρόνια. Τραγούδια που λίγο πολύ τα έχεις ακούσει αν έχεις βρεθεί σε τσιπουροκαταστάσεις σε ταβερνάκια και κρασάδικα ανά την Ελλάδα, ακόμα και αν δεν ξέρεις ποιος είναι ο Θανάσης(αν και λόγω Χαρούλη έχει γίνει πιο δημοφιλής, αν και θα έπρεπε να ισχύει το αντίθετο, μιας και το μπαμ το έκανε ο Χαρούλης με τις ‘‘Μαγγανείες’’, που είναι σε στίχους και μουσική του Θανάση). Έτσι λοιπόν, σε αυτό το άρθρο θα γίνει αναφορά τόσο σε τραγούδια του Θανάση όσο και σε συναυλίες που παρεβρέθηκα και τις θυμάμαι παρά τη γλυκιά μέθη που φέρνει το τσίπουρο(ή οι ρετσίνες, όταν έπεφταν μεγάλες αφραγκίες).
«Πίσω απ’ τους λόφους, πίσω απ’ τα βλέφαρα
υπάρχει τόπος και για σένα.
Χωρίς Βαστίλη, χωρίς ανάθεμα,
χωρίς τα χείλη τα σφιγμένα.»
Πρώτη γνωριμία με το μουσικό σύμπαν του Θανάση και αυτό σε τραγούδι που ερμηνεύει ο Αγγελάκας. Θυμάμαι πώς ήταν μετά από μια πορεία που είχαμε πάει σπίτι με ένα παιδί και έβαζε μουσική στο σάπιο netbook που το είχα μόνο για να παίζω ikariam(βλέπεις το 2008 δεν ασχολούνταν πολλοί με το facebook). Με το που βάζει το τραγούδι μου κάνει εντύπωση η φωνή του τραγουδιστή και λέω «αυτός ο Θανάσης έχει ιδιαίτερη φωνή» και μου απάντησε «Αυτός είναι ο Αγγελάκας! Δεν τον ξέρεις;». «Όχι, ποιος είναι;» Και εκείνο το βράδυ έμαθα και τις Τρύπες. Αν αυτή η ιστορία σου φαίνεται περίεργη, δεν είναι, αν αναλογιστείς πώς ένα παιδί από επαρχία, χωρίς ερεθίσματα, ανακαλύπτει και εξερευνεί αχαρτογράφητες περιοχές όταν πάει να σπουδάσει σε μια μεγαλούπολη. Και αυτά που ανακαλύπτει τον συνεπαίρνουν.
«Αγρύπνια, αψηλάφητο ζώο!
Δίχως μια στάλα στοργή,
σ’ όσους διψάν για χίμαιρες, γέρνεις
την κούπα σου που ‘ναι πάντα αδειανή.»
Καλοκαίρι 2009 και η πρώτη συναυλία που θα δω τον Θανάση είναι γεγονός. Αρχές του καλοκαιριού αλλά ο καιρός δε φαίνεται να είναι σύμμαχός μας. Από νωρίς, σύννεφα είχαν μαυρίσει τον ουρανό της Θεσσαλονίκης και έκρυβαν το φεγγάρι. Με την έναρξη μάλιστα της συναυλίας, ξεκινάει με την «Αγρύπνια» και από πίσω ακούγονται συνέχεια καταιγίδες. Τελειώνοντας, μάλιστα, το τραγούδι, λέει αστειευόμενος πώς «δεν είναι μουσικό εφέ». Η μυσταγωγία του τραγουδιού, σε ελεύθερη μετάφραση του ποιήματος του Tristan Corbiere “INSOMNIE”, σε συνδυασμό με την απαγγελία αποσπασμάτων του κορανίου από τον ψάλτη Sheikh Nasreddin Tobar και τις καταιγίδες ως υπόβαθρο απλά προμήνυαν μια υπέροχη συναυλία, που δυστυχώς διακόπηκε απότομα λόγω της έντονης βροχόπτωσης που ακολούθησε. Παίχτηκε μόνο ένα ακόμα κομμάτι, το κάτωθι:
«Το πτυελοδοχείο του Μπακούνιν το χυτό,
σύντροφοι, μήπως βρέθηκε και κείνο,
να φτύσω μέσα με θυμό που οι νέες εποχές
με κάνουνε να μοιάζω με κρετίνο.»
Ναι, το «Ο Σαν Μικέλε είχε έναν κόκορα», βασισμένο στο αριστούργημα των αδερφών Ταβιάνι «San Michele aveva un gallo» του 1972, έπαιζε από το 2009 στις συναυλίες, παρόλο που τελικά συμπεριλήφθηκε στο άλμπουμ «Ο Ελάχιστος Εαυτός» που κυκλοφόρησε το 2011(και δε γνωρίζω η αλήθεια είναι αν ό τίτλος του άλμπουμ είναι επηρεασμένος από το ομώνυμο βιβλίο του Κρίστοφερ Λας, που αναφέρεται στην επίδραση της σύγχρονης κοινωνίας στη διαμόρφωση του Εαυτού μέσα από πολλές διαφορετικές συνθήκες που επικρατούσαν στον 20ο αιώνα). Σίγουρα, πάντως, το συγκεκριμένο τραγούδι, του οποίου η εκτέλεση στις συναυλίες είναι ΚΛΑΣΕΙΣ ΑΝΩΤΕΡΗ από αυτή στο άλμπουμ, αναφέρεται στην ταινία των αδερφών Ταβιάνι, όπου ένας επαναστάτης καταδικάζεται σε ισόβια ποινή για τις επαναστατικές του πράξεις, μένει πάρα πολύ καιρό στη φυλακή όπου οδηγείται στην τρέλα, για να καταλήξει, όταν αποδράει, πώς δε μπορεί πλέον να έρθει σε επικοινωνία με τους νέους επαναστάτες και πώς η ζωή όπως την ήξερε έχει αλλάξει.
«Σκουπίδι η σκέψη την πετώ, τη λογική απαρνιέμαι
μ’ ένα σαράκι αρμένικο για δρόμους που δε θέλησα
στις χαραυγές ξεχνιέμαι»
Όταν στο πρώτο σου άλμπουμ, το πρώτο σου τραγούδι είναι το παραπάνω, με την ιδιαίτερη φωνή του Γιώργου Μιχαήλ, τότε σίγουρα θα έχεις λαμπρό μέλλον. Από τα πρώτα τραγούδια που έμαθα και που ο Θανάσης το παίζει στις περισσότερες συναυλίες, έχει γίνει ευρέως διαδεδομένο λογω Χαρούλη και Μάλαμα, αλλά όταν ο Σιώτας το έλεγε στις συναυλίες, ήταν μια μοναδική εμπειρία(κάποια στιγμή πρέπει να επιστρέψεις Φώτη).
«Αγαπημένα πρόσωπα,
αγαπημένα μάτια.
Έρχονται σαν τα κύματα
κι αφήνουν κατακάθια.»
Η αξία ενός καλλιτέχνη φαίνεται και από τα μέρη στα οποία δέχεται να συμμετάσχει. Έτσι λοιπόν, το 2010, ο Θανάσης συμμετέχει στο Φεστιβάλ Άμεσης Δημοκρατίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης δωρέαν για το κοινό(ξαναέπαιξε στο ίδιο φεστιβάλ και το 2014). Ένα φεστιβάλ με έντονο πολιτικό χαρακτήρα που πρεσβεύει τις αξίες και τα ιδεώδη του αναρχισμού, για τον οποίο ο Θανάσης έχει δηλώσει ότι «Αυτό που λέω είναι ότι η ουτοπία της αναρχίας είναι η πιό γλυκιά,ανθρώπινη ,αισιόδοξη και ποιητική ουτοπία που έχει γεννήσει ο άνθρωπος στην πορεία του προς το χάος. Κι ότι ο αναρχισμός δεν είναι συνυφασμένος με τη βία,όπως πολλοί ημιμαθείς διαστρεβλωτές του άθλιου συστήματος που ζούμε,προσπαθούν να περάσουν,ως μοναδική αλήθεια». Το συγκεκριμένο τραγούδι πάντως το αναφέρω, γιατί έπειτα από μια μαραθώνια συναυλία που διήρκεσε περίπου 4 ώρες(!), είχα μείνει με το παράπονο που δεν έπαιξε το παραπάνω, μαζί με το παρακάτω τραγούδι. Ενθουσιασμένος με το γεγονός ότι τον είχα απολαύσει, με τη μέθη από τις Μαλαματίνες να κυλάνε στο αίμα μου αλλά και στα ρούχα μου, “μη σμπρώχνετε ρε παιδιά και μου χύνετε τη Τούμπα λίμπρε μου”, ήταν μια από τις ατάκες μου, είχα ξεκινήσει να φεύγω προς την οικία μου με κορασίδα που ήμουν καψούρης, λέγοντας της μάλιστα ότι “μαλακία που δε βγήκα φωτογραφία μαζί του’’ και η ίδια με παρότρυνε να γυρίσουμε για να βγω μαζί του και τότε ο ίδιος, έπειτα από τέτοια συναυλία, άρχισε να παίζει για 10 πιστούς που είχαν μείνει και τον είχαν παρακαλέσει να τους παίξει κάτι ακόμα και αυτός το έκανε με μεγάλη προθυμία.
«Φεγγάρι παλιοφέγγαρο
φεγγάρι μεταξένιο,
τη νύχτα κάνεις φωτεινή
κι εμένα αλλοπαρμένο.
Οι πρώτοι και καλύτεροι
σε ψάχναν στα ρυάκια,
κι εγώ από τη Λάρισα
σου στέλνω τραγουδάκια.»
Το δεύτερο τραγούδι που έπαιξε εκείνη τη βραδιά ήταν «η Τράτα», ένα τραγούδι που πάντα θα μου θυμίζει έναν αγαπημένο φίλο, που χαθήκαμε στην πορεία αλλά πάντα εύχομαι να είναι καλά και είμαι σίγουρος πώς «στα ίδια μέρη θα ξαναβρεθούμε/τα χέρια θα περάσουμε στους ώμους/παλιά τραγούδια για να θυμήθουμε/ονόματα και βλέμματα και δρόμους(καμία σχέση με τον Θανάση το συγκεκριμένο τετράστιχο, αλλά είναι εξίσου υπέροχο). Τέλος πάντων, θυμάμαι πώς σε αρκετές συναυλίες που έπαιζε ‘‘η Τράτα’’, εγώ έπαιρνα τηλέφωνο για να την ακούσει και να του την αφιερώσω. Πλέον ο Θανάσης δεν την λέει τόσο συχνά. Μαλακία.
«Όταν θελήσει η μοίρα μου τον κόσμο αυτό ν’ αφήσω
και κάθε ελπίδα για ζωή απ’ την καρδιά μου σβήσω
μια κούπα από τη στάχτη μου να φτιάξετε συντρόφοι
σαν θα γεμίζει με κρασί μπορεί να ξαναζήσω.»
Επιστροφή και πάλι στον πρώτο δίσκο. «Τα Τρία Ρουμπαγιάτ» προέρχονται από την Περσία και είναι ποιήματα του Γκιιάτ αντ-Ντιν Αμπούλ-Φατχ Ουμάρ ιμπν Ιμπραχίμ αλ-Χαγιάμ Νισαπουρί, ή αλλιώς Ομάρ Καγιάμ που είναι και λιγουλάκι πιο εύκολο, γνωστού μαθηματικού, φιλοσόφου και ποιητή του 11ου αιώνα. Ενώ στην αρχική εκτέλεση είναι ο Μιχαήλ, εγώ στο μυαλό μου το έχω συνυφασμένο με τον Σιώτα, που έλεγε και αυτό το κομμάτι(4-5 έλεγε συνολικά, αλλά όλα άψογα ερμηνευμένα). Πλέον τα ερμηνεύει εξίσου υπέροχα ο Μυστακίδης, από τους λίγους που βρίσκονται ακόμα με τον Θανάση από τότε που πηγαίνω στις συναυλίες(μαζί με Παντέλη, Ντούβα, Πολυζωγόπουλο).
«Άστρο θαμπό του πρωινού
για χάρη σου αγρυπνούμε.
Και τούτη η μέρα ας μας βρει
μ’ αυτούς που αγαπούμε,
άστρο του πρωινού!»
Θυμάμαι που την πρώτη φορά που το άκουσα το συγκεκριμένο κομμάτι, δε μου είχε κάνει κάποια εντύπωση και μάλιστα βαριόμουν. Φευ! Έκτοτε του έδωσα τις ακροάσεις που του χρειάζονται και πλέον θέλω να τ’ακούω συνεχώς, όπως και γίνεται.
Είχα πάει πρώτη φορά μόνος σε συναυλία του Θανάση, και το είχα ένα άγχος. Αλλά η μαγεία των τραγουδιών, οι γνωστοί αλλά και οι άγνωστοι που γίναν γνωστοί, το αλκοόλ που είχα κρύψει για να το περάσω. Μια υπέροχη συναυλία που θα τη θυμάμαι και για το παρακάτω τραγούδι:
«Ελλάδα, χώρα της ντροπής, και γι’ άλλους κρύο σπίτι
ξέχασες που ‘ναι ιερό το βλέμμα του ικέτη
Τώρα πια οι μισάνθρωποι σε σέρνουν απ’ τη μύτη»
Ένας καλλιτέχνης πρέπει να δείχνει πώς νοιάζεται για την κοινωνική πραγματικότητα την οποία αντιμετωπίζει. Με την ακροδεξία να καλπάζει και τον ρατσισμό σε υψηλά επίπεδα, ο Θανάσης αποφασίζει να γράψει ένα τραγούδι για 2 νεαρούς Πακιστανούς, τον Χομαγιούν και τον Βακάρ, οι οποίοι έδωσαν τη ζωή τους για να σώσουν ένα ηλικιωμένο ζευγάρι που είχε μείνει εγκλωβισμένο σε ένα αμάξι πάνω στις ράγες, με το τραίνο τελικά να πέφτει πάνω στο αμάξι και να σκοτώνει και τους 4. Αυτό το τραγούδι έχει και προσωπικό, όμως, αντίκτυπο, καθώς ήθελα να το χρησιμοποιήσω σε μια ταινία μικρού μήκους που είχα γράψει το σενάριο και θα σκηνοθετούσα. Έτσι λοιπόν, μετά τη συναυλία, κάθομαι και περιμένω τον Θανάση για να τον ρωτήσω, ποια είναι η διαδικασία για να ζητήσω τα δικαιώματα του τραγουδιού, πχ. επικοινωνία με την εταιρία, αποστολή του σεναρίου μου με mail, υπογεγραμένη έγκριση από την εταιρία και τον καλλιτέχνη. Η απάντηση του Θανάση όταν τον ρώτησα ήταν η εξής: «γράψε το τηλέφωνό μου και πάρε με να μιλήσουμε». Έτσι απλά, πήρα το τηλέφωνο του Θανάση. Τέτοια συγκίνηση μόνο όταν έδιναν τα τηλέφωνά τους κοπέλες που πραγματικά με ενδιέφεραν. Βέβαια, δεν τον πήρα ποτέ, αλλά ακόμα το έχω αποθηκευμένο το νούμερό του.
«Φεϊρούζ βγες στο μπαλκόνι
να σ’ ακούσουν τα πουλιά,
του Λιβάνου οι μαύροι κέδροι
κι οι λειχήνες του Αραράτ.»
Για την Μελίνα Κανά δε χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις. Όποιο τραγούδι και να πιάσει, το κάνει δικό της, με την υπέροχη θεατρική φωνή της. Όσο κι αν συμπαθώ την Ματούλα Ζαμάνη, και πραγματικά κάνουμε πολύ ωραίο κέφι όταν τραγουδά, όταν άκουσα τη Μελίνα να τραγουδά το συγκεκριμένο τραγούδι στη Θέρμη το 2013, ρίγη συγκίνησης με θέριεψαν. Πάντως η φωνή της ήταν πιο σπασμένη σε σχέση με την αυθεντική εκτέλεση στο άλμπουμ «Της αγάπης γερακάρης», αλλά και πάλι ήταν έκτακτη.
«Έρημα κορμιά, του φεγγαριού κρατήρες
αθώα στο σταυρό, πιλάτοι στους νιπτήρες.
Έρημα κορμιά, χαρούμενα, θλιμμένα,
κρυφές περαταριές για τα άγνωστα, τα ξένα.»
Και για να μην πει κανείς πώς αδικώ την Ματούλα, σε αυτή τη συναυλία ήταν πάρα πολύ καλή. Άμα έχεις τη Μελίνα δίπλα σου… Εγώ ήμουν από την αριστερή πλευρά, όπως βλέπουμε εμείς τη σκηνή(άρα δεξιά, όπως την βλέπει ο Θανάσης, ποτέ δε μπορούσα να δώσω ακριβείς οδηγίες όταν πρόκειται να καθορίσω τη θέση μου) και το ξεκαθαρίζω γιατί εδώ δεν ευθύνομαι εγώ για τις αγριογκαρίδες.
«Όσες κι αν χτίζουν φυλακές
κι αν ο κλοιός στενεύει
ο νους μας είν’ αληταριό
π’ όλο θα δραπετεύει.»
“Το πάθος για τη λευτεριά
Είναι δυνατότερο απ’όλα τα κελιά”.
Αν έχεις πάει σε συναυλία του Θανάση, ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα, τότε σίγουρα θα έχεις ακούσει πολλούς να φωνάζουν το συγκεκριμένο σύνθημα όταν ακούγεται το παραπάνω τετράστιχο. Και όχι άδικα. Γιατί σε ένα κόσμο που η καταπίεση ολοένα και γιγαντώνεται, κάποιοι επιθυμούν να πολεμούν για τις αξίες τους. Κάποιοι με έναν τρόπο, άλλοι με άλλον. Άλλοι απλά επιλέγουν να μένουν απαθείς. Σίγουρα το τραγούδι δεν απευθύνεται στους τελευταίους. Ψάχνωντας πάντως στο youtube, δεν κατάφερα να βρω την εκτέλεση του τραγουδιού στο φεστιβάλ του Αγκίστρου Σερρών, κοντά στα σύνορα με τον Προμαχώνα, όπου ένα τραγούδι 4 λεπτών, κράτησε περίπου 12 λεπτά, με τον Θανάση, που σε αυτό το τραγούδι δε συμμετείχε με κανέναν τρόπο, στο τέλος του δήλωσε ενθουσιασμένος και ότι αυτή ήταν η καλύτερη εκτέλεση που το είχε ακούσει ποτέ. Και πώς να μην είναι, με το ειδυλλιακό περιβάλλον να αναμειγνύεται υπέροχα με τους jazz πειραματισμούς της τρομπέτας, το μπάσο δίνει πολύ ωραία τον ρυθμό και τα ντραμς να ακολουθούν ευλαβικά σε αυτό το μαγευτικό ταξίδι σε άλλες πολιτείες.
«Μιλώ με τις πηγές που ζούνε μοναχές
και τους μιλώ για σένα
πως όταν με κοιτάς, σαν λες πως μ’ αγαπάς
αγγέλοι φτερουγίζουν.
Και μ’ απάντησαν:
«Είναι χάρτινοι οι αγγέλοι.
Άμοιρη ψυχή μην ξεγελαστείς».
Και μπαίνει η γκάιντα και απλά γίνεται ο χαμός. Και το νταούλι πάντως άξιος συμπαραστάτης σε αυτό το υπέροχο πανηγύρι που στήνεται επί τόπου. Να χτυπιέσαι, να χτυπάς τους γύρω σου και να σε χτυπάνε και να μη σε νοιάζει, γιατί όλοι μια παρέα είμαστε και ενωνόμαστε σε αυτό το μετερίζι.
«Ο φωτογράφος των Τρικάλων
Α. Μάνθος
έπαιρνε νύχτα τα στενά
γυρνώντας σπίτι του.»
Μέχρι το 2010-2011, το έπαιζε στις συναυλίες αρκετά συχνά. Μετά για κάποιο λόγο σταμάτησε να το παίζει. Προφανώς και λόγω του νέου άλμπουμ τότε. Πάντα θα το θυμάμαι για την εξής παράφραση που του είχαμε κάνει στις καταλήψεις του 2008 «Ο πρύτανης των άρσεων/Α. Μάνθος»(για τον τότε πρύτανη του Α.Π.Θ. Αναστάσιο Μάνθο, που ήθελε να άρει το άσυλο, με την πρόφαση ότι γινόταν επεισόδια στα πανεπιστήμια).
«Όσοι με γέλασαν, όσοι με κέρασαν
πικρό ποτήρι κι άχρηστους κανόνες,
θα ηττηθούν απ’ ό,τι πιο αδύναμο
από τη χλόη που σκεπάζει ερειπιώνες.»
Από τον «Βραχνό Προφήτη» θεωρώ ότι μπορώ να διαλέξω όλα τα τραγούδια και να τα βάλω σε αυτό το άρθρο. Ίσως ένα από τα καλύτερα ελληνικά άλμπουμ του 21ου αιώνα, που μας ταξιδεύει σε άλλες εποχές, αναμειγνύοντας πολλά και διαφορετικά είδη μουσικής, με πιο έντονο το παραδοσιακό, και στιχουργικές αναζητήσεις που σε μεταφέρουν από τα Τρίκαλα μέχρι του ‘‘Μαγγελάνου τις φωτιές’’ και που σίγουρα θα ικανοποιήσουν ακόμα και τον πιο απαιτητικό ακροατή. Ειδικά η συμμετοχή του Αγγελάκα σε αυτό το δίσκο, απογειώνει το όλο εγχείρημα.
“Μια νύχτα καλοκαιρινή, υγρή στη Λισσαβόνα,
ονειροπόλος ποιητής χαϊδεύει τη σιωπή·
-ο φόρος της διάνοιας πληρώνεται μ’ αγρύπνια-
αγρίμι είναι που κρύβεται σε σώμα λογιστή.”
Ένα από τα μεγάλα απωθημένα. Ή δε θυμάμαι καλά, ή δεν το έχω ακούσει ποτέ σε live εκτέλεση. Γενικά, όπως θα παρατήρησες αναγνώστη, αν έχεις αντέξει ως εδώ πέρα, επίτηδες δεν έχω βάλει «Ανδρομέδα» και «Πεχλιβάνη». Και όχι γιατί τα θεωρώ κατώτερα άσματα, αν και δεν πιστεύω πώς είναι κάτι εξαιρετικό(εντάξει, ο Πεχλιβάνης είναι υπέροχος και έχει εισαγωγή από την Πακίτα, μεξικάνικο που παιζόταν στις αρχές των ‘00s και το ψιλοθυμάμαι, πρέπει να είναι αυτή που πέθαιναν συνέχεια οι σύζυγοί της), αλλά γιατί έχουν καταντήσει σούπες. Πάει ο άλλος στη συναυλία και ξέρει μόνο αυτά τα δύο και πουλάει και πνεύμα. ΌΧΙ. Ζήτα τραγούδια που δεν έχεις την ευκαιρία να τα ακούσεις συχνά. Σαν το παραπάνω. Και δοθούσης της ευκαιρίας, έχω να δηλώσω το εξής. Θαρρώ, πώς πρέπει επιτέλους να γίνει μια συναυλία του Θανάση μόνο με τα ορχηστρικά του και τα πιο ‘‘ποιητικά’’ του, πχ. «Μ81», «Σ’αφήνω γεια», «φέγγαρος», «άυπνη πόλη», «βάλια κάλντα» κλπ. Όχι γιατί δε θέλω να ακούω τη φωνή του, ή της Ματούλας, ή του Μυστακίδη(πλέον και του Κτιστάκη), απλά γιατί θεωρώ πώς αρμόζει και στα ορχηστρικά μια καλύτερη τύχη. Άμα πας σε συναυλία και παίζει ορχηστρικό κομμάτι, ο κόσμος από κάτω, ακόμα και στις πρώτες σειρές, αρχίζει και πιάνει την πάρλα με τον διπλανό του και γκαβλαντίζει. ΣΚΑΣΕ! Οι μουσικοί δίνουν το είναι τους και εσύ μιλάς δεξιά και αριστερά; ΦΥΓΕ!
Δε θυμάμαι σε ποια συναυλία ήμουν, ίσως στη Βαρβάρα Χαλκιδικής, και έπαιζε το παραπάνω αριστούργημα. Και δε σέβονταν κανένας. Κάτσε τουλάχιστον πίσω άμα έχεις έρθει για 5 τραγούδια όλα κι όλα και όταν παίξουν, έλα μπροστά και χόρεψε. Αλλά άσε και εμάς τους υπόλοιπους να γουστάρουμε.
Επειδή έχω ξεπεράσει ήδη κατά πολύ αυτό που σκεφτόμουν αρχικά, σταματάω εδώ πέρα, με την ελπίδα ίσως να συνεχίσω και σε τραγούδια που δεν αναφέρθηκα, κυρίως από τα άλμπουμ «Αγρύπνια» και έπειτα.
Το be continued(?)
ΥΓ. Πολλές πληροφορίες πάρθηκαν από την εξαιρετική ιστοσελίδα www.koiladatwntempwn.gr, το οποίο είναι άρτια ενημερωμένο με όλα τα νέα αλλά και τα στοιχεία που αφορούν τον Θανάση και την πορεία του.