Ωδή στον Ροναλντίνιο

Αυτό το άρθρο δεν έχει μέσα φωτογραφίες και γκιφάκια του Ροναλντίνιο. Αυτό το άρθρο δεν θα έχει ούτε στατιστικά στοιχεία της καριέρας του. Σε προειδοποιώ έτσι ώστε αν περιμένεις κάτι από αυτά τα δύο, να προλάβεις να βγεις συντόμως.
Όταν είσαι παίκτης της Μπαρτσελόνα και σε χειροκροτεί όλο το Σαντιάγκο Μπερναμπέου, τότε πρέπει να έχεις φτάσει στο υπέρτατο σημείο ποδοσφαιρικής μαγκιάς και μαγείας. Έδρες των μεγάλων ποδοσφαιρικών ομάδων δεν χειροκροτούν αντιπάλους ακόμα κι αν τους έχουν βάλει πέντε γκολ, ακόμα κι αν έχουν κυριαρχήσει ολοκληρωτικά, ακόμα κι αν δεν έχουν αφήσει στον αντίπαλο να πάρει ανάσα.
Ο Ροναλντίνιο το κατάφερε. Η εμφάνισή του σε εκείνο το 0-3 ήταν τόσο μεγαλειώδης, όσο και αποστομωτική. Κανείς δεν μπορούσε να αμφισβητήσει το δεδομένο: Ήταν ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής του κόσμου εκείνη τη στιγμή. Φαντάζεσαι να γινόταν κάτι τέτοιο στις μέρες μας; Standing ovation των Καταλανών στον Ρονάλντο ή των Μαδριλένων στον Μέσσι; Ποτέ. Τότε όλος ο κόσμος ήξερε.
Δεν είναι τα γκολ ή οι ασίστ που έκαναν τον Ροναλντίνιο τόσο μεγάλο στις ποδοσφαιρικές συνειδήσεις μας, ούτε καν ο τρόπος που κολλούσε την μπάλα στα πόδια του και χόρευε. Ήταν το χαμόγελο στο γκολ, στην ασίστ, στην τρίπλα, στην ήττα, στην κόκκινη κάρτα, παντού. Το χαμόγελο που δεν έσβηνε ποτέ. Που σου έλεγε «Η ζωή είναι ωραία, μπαγασάκο» κι περνούσε την μπάλα πάνω από Γκατούζο και Πίρλο μαζί, λες κι έβαζε γάλα στα κορν φλέιξ του. Τόσο απλά.
Το παιδάκι με τα στραβά δόντια που δεν ήταν κανένας υπεραθλητής με μούσκουλα και ποδάρες αλλά ένας γητευτής της μπάλας που τον έβλεπες και είχε την επιρροή που ποτέ κανείς άλλος δεν πρόκειται να έχει: υπήρξαν μεγαλύτεροι ποδοσφαιριστές (όχι πολλοί), υπήρξαν μεγαλύτεροι ηγέτες και καλύτεροι σκόρερ αλλά άνθρωπος με το χαμόγελο χαραγμένο στα χείλη ποτέ, κανείς άλλος.
Τέτοιοι λείπουν σήμερα στο εμπορευματοποιημένο μονοπάτι που οδηγείται το ποδόσφαιρο, να σου θυμίζουν τη δύναμη που έχει ένα χαμόγελο και δυο θαυματουργά πόδια. Να σου θυμίζουν τη δύναμη που έχει μια βραζιλιάνικη φαβέλα και εξάγει ό,τι καλύτερο είχε να δείξει κάποια συγκεκριμένη εποχή το ποδόσφαιρο. Τη δύναμη του να φεύγεις από τις παραγκουπόλεις και να γίνεσαι βασιλιάς του ποδοσφαίρου δίχως αυτό να αλλάξει την ταπεινότητα και το DNA σου ούτε στο ελάχιστο.