Μπίλι Κοστακούρτα, ο πιο τίμιος Ιταλός αμυντικός
Του El Balador
Στις 24 Απριλίου γεννιέται ο Κοστακούρτα οπότε ήταν βρήκα μια ωραία ευκαιρία να πω δυο λόγια για έναν ήρωα των παιδικών μου χρόνων, των γεμάτων από ποδοσφαιρική Ιταλία, από τη χώρα που χει βγάλει πολλούς από τους καλύτερους παίκτες σε όλες τις θέσεις του γηπέδου και που περίπου για μια εικοσαετία (1985-2005) είχε το καλύτερο πρωτάθλημα στον κόσμο. Καλύτερο με την έννοια του πιο συναρπαστικού, με τα πιο πολλά αστέρια, με εκπλήξεις, με πολλούς διαφορετικούς νικητές κτλ.
Το άκουσμα του ονόματος του Κοστακούρτα με παραπέμπει κατευθείαν σε τίτλους της Μίλαν, στο δέσιμο ενός ποδοσφαιριστή με μία φανέλα στην καριέρα του, σε μεγάλες ήττες όπως εκείνη από τα πιστσιρίκια του Άγιαξ το 1995 και στον συγκλονιστικό τελικό της Κωνσταντινούπολης το 2005 με τη Λίβερπουλ. Την ίδια στιγμή ο Κοστακούρτα είναι για μένα ταυτισμένος με την Ιταλία των 90s και με εκείνο τον οδυνηρά χαμένο τελικό στα πέναλτι με τη Βραζιλία, μια Βραζιλία που αν και η Ιταλία έχει το όνομα της αμυντικής και συντηρητικής ομάδας εκείνη τότε είχε την χάρη μια και προκειμένου να κατακτήσει το Μουντιάλ του 1994 αποθέωσε την άμυνα και την καταστροφή του παιχνιδιού. Οι ήττες της αγαπημένης μου τότε Ιταλίας δεν σταμάτησαν εκεί αλλά συνεχίστηκαν και με τον αποκλεισμό στους ομίλους στο EURO96 και με τον αποκλεισμό στα πέναλτι από τη Γαλλία στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998. Σε όλα ήταν παρών ο Κοστακούρτα εκτός από τον μεγάλο τελικό του 1994. Ενώ είχε κάνει μεγάλη εμφάνιση με τη Νορβηγία και κρατήθηκε το μηδέν παρόλο που η Ιταλία έπαιζε με 10 παίκτες, στον ημιτελικό με τη Βουλγαρία δέχθηκε κίτρινη που δεν του επέτρεψε τη συμμετοχή στον τελικό. Έτσι είχε γίνει και νωρίτερα στην ίδια σεζόν όταν μετά από αποβολή του στον ημιτελικό με την Μονακό για το Τσάμπιονς Λιγκ ήταν μια από τις βασικές απουσίες της Μίλαν στον τελικό του ΟΑΚΑ. Τότε για πρώτη φορά, και αργότερα στον τελικό του Μουντιάλ, η απουσία του από έναν τελικό εκτιμήθηκε ως τεράστιο πλήγμα για την ομάδα του. Βέβαια Μίλαν και Ιταλία είχαν το βάθος στον πάγκο και τους προπονητές που τις καθιστούσε ικανές να διατηρήσουν το μηδέν απέναντι στις Μπαρτσελόνα και Βραζιλία.
Ο γεννημένος στις 24 Απριλίου 1966 Αλεσσάντρο «Μπίλι» Κοστακούρτα υπήρξε ένας από τους καλύτερους αμυντικούς όχι μόνο στο ιταλικό αλλά και στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο χωρίς ωστόσο να του αναγνωριστεί από οπαδούς και δημοσιογράφους το μεγαλείο του ως παίκτης. Θέλετε το παρουσιαστικό του που τον κάνει να μοιάζει με συμμαθητής του Μπράντον στο «Χτυποκάρδια στο Μπέβερλι Χιλς», θέλετε ο χαμηλών τόνων χαρακτήρας του, θέλετε ότι βρέθηκε σε ομάδα με πολλά φωτεινά αστέρια που τραβούσαν αυτά την προσοχή, θέλετε ότι έπαιζε δίπλα στον Μπαρέζι, τον Μαλντίνι και τον Νέστα που εξυμνήθηκαν πολύ περισσότερο, θέλετε ότι ο ρόλος του ήταν αντιτουριστικός, αυτός του πολυεργαλείου της άμυνας, θέλετε ότι έχει βάλει μόνο 3 γκολ σε 663 συμμετοχές με τη Μίλαν και 2 γκολ σε 59 με την Ιταλία; Ότι θέλετε. Τον Κοστακούρτα δεν τον «τραγούδησε» κανείς. Κανείς εκτός από τους συμπαίκτες του όπως ο Αντρέα Πίρλο που είχε δηλώσει ότι «ο Μαλντίνι και ο Κοστακούρτα ήταν σημεία αναφοράς για εμάς στη Μίλαν» και ο νικητής της Χρυσής Μπάλας του 2006, Φάμπιο Καναβάρο που χαρακτήρισε τον Κοστακούρτα ως «τον καλύτερο αμυντικό που έχω παίξει δίπλα του». Οι παραπάνω ήξεραν να ξεχωρίσουν τι είναι χρήσιμο για έναν συμπαίκτη τους στην άμυνα και πάνω απ’ όλα έβλεπαν πως όταν ο κόουτς δεν είχε δεξί μπακ μπορούσε να βάλει τον Κοστακούρτα, όταν δεν είχε αριστερό μπακ επίσης, όταν ήθελε μια «σκούπα» ή έναν λίμπερο ο Κοστακούρτα ήταν εκεί έτοιμος να παίξει ακόμα και στη θέση του αμυντικού χαφ.
Το προσωνύμιο «Μπίλι» του το κόλλησαν το 1979 όταν εντάχθηκε στις ακαδημίες της Μίλαν και είχε να κάνει με τις ικανότητες του στο μπάσκετ. Εκείνη την εποχή η Ολίμπια Μιλάνο, που μέσα στα 80s πήρε 2 ευρωπαϊκά, είχε ονομασία σπόνσορα Billy. Μέσα από τις ακαδημίες προχώρησε και στην πρώτη ομάδα της Μίλαν στο ξεκίνημα της μεγάλης της εποχής με την ανάληψη της προεδρίας από τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι, την πρόσληψη του Αρίγκο Σάκι και την απόκτηση των «τριών Ολλανδών». Μετά από μια σεζόν δανεικός στη Μόντσα έπαιξε ως αλλαγή στη χρονιά του πρωταθλήματος 1987-88, του πρώτου μετά το 1979 για τη Μίλαν κι από τη σεζόν 1989-90 έπαιζε βασικός μέχρι τα 40 του.
Ο Κοστακούρτα, μαζί με τον Μαλντίνι, είναι αυτοί που έζησαν τις τέσσερεις περιόδους της Μίλαν, την περίοδο Σάκι, την περίοδο Καπέλο, την περίοδο 1996-2002 και την περίοδο Αντσελότι. Έζησε και τις τεράστιες επιτυχίες και την μεγάλη κρίση μετά την φυγή του Καπέλο. Έζησε την Μίλαν ως αδιαφιλονίκητο φαβορί και κυρίαρχη, έζησε και τη Μίλαν εκτός Ευρώπης και ως αουτσάιντερ να παίρνει το πρωτάθλημα το 1999. Πάνω απ’ όλα είχε την τύχη όμως να προπονηθεί από τον Αρίγκο Σάκι, τον άνθρωπο που άλλαξε τον τρόπο παιχνιδιού με το πρέσινγκ σε όλο το γήπεδο και το τεχνητό οφσάιτ. Ο Σάκι έβαζε στην προπόνηση την αμυντική τετράδα Τασότι, Κοστακούρτα, Μπαρέζι και Μαλντίνι και τον τερματοφύλακα να αμύνονται απέναντι σε 10 ποδοσφαιριστές, ποδοσφαιριστές τύπου Γκούλιτ, Φαν Μπάστεν, Ντοναντόνι, Αντσελότι σε μια άσκηση όπου οι επιτιθέμενοι είχαν στη διάθεση τους 15 λεπτά να σκοράρουν χωρίς να χάσουν την μπάλα. Όταν την έχανα θα ξεκινούσαν την επίθεση τους 10 μέτρα πιο πίσω. Μέσα από αυτή τη δουλειά ο Κοστακούρτα έγινε ένας από τους πιο έξυπνους τακτικά και πιο αποτελεσματικούς αμυντικούς στον κόσμο. Εκτός από την φυσική του κατάσταση και τις ικανότητες στον αέρα και στα τάκλιν τον χαρακτήριζαν η γρηγοράδα στις επεμβάσεις, το διάβασμα του παιχνιδιού και η δυνατότητα του στο μοίρασμα της μπάλας και να ξεκινάει το παιχνίδι από πίσω. Στοιχεία που σήμερα κρίνονται απαραίτητα για αμυντικό επιπέδου Τσάμπιονς Λιγκ τότε δεν τα είχαν παρά ελάχιστοι στο κορυφαίο επίπεδο και το 90% εξ’ αυτών έπαιζε στο Καμπιονάτο. Ο Κοστακούρτα συμμεριζόταν την θεωρία του Μαλντίνι ότι «αν χρειαστεί να κάνω τάκλιν σημαίνει ότι έχω ήδη κάνει λάθος» και μαζί του κατέκτησαν με τη φανέλα της Μίλαν τα ευρωπαϊκά το ’89 με Στεάουα, το ’90 με Μπενφίκα, το ’94 με Μπαρτσελόνα, το ’03 με Γιουβέντους και το ’07 με Λίβερπουλ, έπαιξαν στους χαμένους τελικούς του ’93 με Μαρσέιγ, το ’95 με Άγιαξ και το ’05 με Λίβερπουλ ενώ κατέκτησαν και 7 πρωταθλήματα, 1 κύπελλο, 4 σουπερ καπ Ευρώπης και δύο Διηπειρωτικά.
Μπορεί ο Κοστακούρτα για διάφορους λόγους να μην κερδίζει τον τίτλο του καλύτερου Ιταλού αμυντικού όλων των εποχών αλλά σίγουρα κερδίζει τον τίτλο του πιο τίμιου.