Στρατός και ποδόσφαιρο

Αυτό το άρθρο ελπίζω να αποτελέσει αφορμή για να γράψετε κι εσείς οι ίδιοι τις ιστορίες σας. Το ποδόσφαιρο στο στρατό είχε μια μορφή ιεροτελεστίας, ήταν κάτι που προσπαθούσες να το οργανώσεις και να το κρατήσεις κρυφό (τουλάχιστον έτσι έγινε στη δική μου περίπτωση) και η απόλαυση ήταν τόσο τεράστια που σε κρατούσε σε έξαψη για ώρες.
Νεοσύλλεκτοι γαρ, σε μια από τις πρωινές βόλτες για το γόπινγκ, κάποιος από την παρέα βρίσκει μισοσκασμένη μπάλα δίπλα σε έναν κάδο. Μόλις ακούμε το πρώτο γκελ, η πρώτη αντίδραση είναι να τρέξουμε προς την μπάλα κι η δεύτερη να τσεκάρουμε δεξιά-αριστερά μη μας δει κανείς και μας πάρει αυτή τη διέξοδο. Αφού λοιπόν σαν κύριοι κάναμε το γόπινγκ μας, πήγαμε σε ένα από τα μέρη όπου συνήθως γινόταν το φίδιασμα και επιδοθήκαμε σε ποδαράκια, τακουνάκια και τελικά φτιάξαμε κι ένα ματσάκι με κορόιδο.
Κι έτσι περνούσαν οι μέρες. Κάθε μέρα κι από λίγο. Σίγουρα όλοι θυμάστε τη ραθυμία και πώς ποτέ δεν θέλαμε να κάνουμε τίποτα παρά μόνο σέρναμε τα κουφάρια μας από τη μία άκρη του στρατοπέδου στην άλλη. Όταν πήγαινε η ώρα για ποδόσφαιρο, όλοι αυτοί οι βαριεστημένοι τύποι που παρακάλαγαν ο ένας τον άλλον να τους καλύψουν στις σκοπιές, που διαμαρτύρονταν για τα πάντα, ήταν κακοδιάθετοι και βρίζανε όλη την ώρα, όλοι αυτοί λοιπόν γίνονταν ένα.
Δεν υπήρχαν παλιοί και νέοι, «πουστόνεα», «καραβανάδες», «γιωτόμπαλα» και οι λοιπές αηδίες. Υπήρχε η μπάλα που έδινε τις διαταγές κι όλοι υπακούαμε. Από τις ελάχιστες ώρες πραγματικής ευτυχίας και χαράς εκεί μέσα.
Περίμενα αυτήν την ώρα περισσότερο κι από εξόδους κάποιες φορές. Μπορούσες να μάθεις πολύ καλύτερα τους γύρω σου σε ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου παρά τις υπόλοιπες ώρες! Ένωνε αυτή η μπάλα αντί να διχάζει.
Αναμένω τα σχόλια και τις δικές σας ιστορίες. Εγώ έκανα απλώς την αρχή γράφοντας την ευγνωμοσύνη μου για όλα όσα μου προσέφερε μια μπάλα ξεφούσκωτη.