Η νύχτα που τα πάντα έβγαλαν νόημα

«Να αλλάξουμε, να γίνουμε από αμφισβητίες, πιστοί». From doubters to believers. Όχι, δεν ήταν τσιτάτο κάποιας θρησκευτικής ηγεσίας αλλά μια έκκληση σε έναν από τους πιο ταλαιπωρημένους ποδοσφαιρικούς λαούς παγκοσμίως. Από έναν άνθρωπο που έβαλε τον πήχυ ψηλά ενώ είχαμε συνηθίσει στα πολύ, πολύ χαμηλά.
Η μιζέρια κι η κακομοιριά είχε γίνει ίδιον ενός λαού που είχε συνηθίσει να είναι περήφανος, να τα κάνει όλα με το δικό του τρόπο, να διαφέρει και να πρωταγωνιστεί. Μια ομάδα σε μια πόλη που αναπνέει για αυτήν και ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα. Μιλάω για ποδοσφαιρικό «λαό» και όχι απλά για οπαδούς ή φιλάθλους διότι σε περιοχές όπως το Λίβερπουλ, δεν έχει τίποτα νόημα περισσότερο από το ποδόσφαιρο: ζεις κι αναπνέεις όχι για, αλλά ΜΕ τα αποτελέσματα και το περιρρέον κλίμα της ομάδας σου.
Από τον Πέισλι, τον Μπάρνς, τον Κινγκ Κένι περάσαμε στον Κυργιάκο, τον Τραορέ και τον Σπίρινγκ. Η κουλτούρα δεν άλλαζε, όμως. Ο αέρας που απέπνεε το Άνφιλντ. Η ακλόνητη πεποίθηση πως «next year will be our year».
Έχει ανάγκη ο κόσμος να το ακούσει αυτό. Δεν λέγεται απλώς για να λεχθεί. Λέγεται διότι οι άνθρωποι αυτής της πόλης έχουν ζήσει πολλά ‘our years’, γνωρίζουν πώς είναι, ξέρουν τι σημαίνει να ζεις στο μεγαλείο, να είσαι ο πρώτος μεταξύ ίσων αλλά ο διαφορετικός μεταξύ ίδιων. Κι ας έγιναν αντικείμενα χαβαλέ και κοροϊδίας όταν αυτή η «δική μας χρονιά» αργούσε να έρθει.
Έζησε στιγμές μαγείας με ρόστερ που είχαν να ζηλέψουν όντως πολλά από τους αντιπάλους, ιδίως στην Ευρώπη. Η Λίβερπουλ του 2005, της Κωνσταντινούπολης, δεν είχε καμία τύχη απέναντι σε μια από τις καλύτερες ομάδες όλων των εποχών. Μέχρι που τελικά, την είχε αυτήν την τύχη και καθόλου «τύχη» δεν ήταν.
Ο τελικός του 2007, η χρονιά του Σουάρεζ, το γλίστρημα του Τζέραρντ, η ανατροπή της Σεβίλλης, η ήττα με τη Ρεάλ. Όλα χθες, 25/6/2020 έβγαλαν ξαφνικά νόημα. Η καλύτερη ομάδα στην Αγγλία, η καλύτερη ομάδα στην Ευρώπη, η καλύτερη ομάδα στον κόσμο. Μια στιγμή που θα μνημονεύεται για χρόνια.
Τι πέρασε αυτός ο λαός, δεν θα προσποιηθώ πως το γνωρίζω. Τι ανυποληψία, τι πέτρινα χρόνια, τι εσωστρέφεια. Δεν θα κάνω το γνώστη σαν τα παιδάκια που λένε πως «κάναμε 30 χρόνια υπομονή και το πήραμε» και είναι…20 χρονών.
Αυτό που σίγουρα γνωρίζω είναι πως δύσκολα μπορείς να δεχθείς ότι δεν είσαι ο καλύτερος για ένα, άντε δύο, άντε μια πενταετία. 30 χρόνια όμως για να μπορέσεις να βγεις στους δρόμους, γαμώτο, είναι πληγή. Είναι μαχαιριές σε ένα ήδη ταλαιπωρημένο κορμί. Κι αν αναλογιστούμε πόσο βαθιά ριζωμένο στην κουλτούρα των Άγγλων είναι το ποδόσφαιρο, μιλάμε για βασανιστήριο. Που μπορεί αρκετές φορές να έμοιαζε να τελειώνει αλλά χθες…
Από χθες ξεκίνησε μια νέα era. Μπορεί όμως και να είναι το τέλος της. Η Ιστορία θα το δείξει αυτό. Τουλάχιστον από χθες όλοι ξέρουμε. Μπορούμε να μιλάμε. Για όλους. Για τον Άλισον που πολλοί απόρησαν αν άξιζε τόσα πολλά λεφτά. Για τον Βαν Ντάικ που ήρθε από τη Σαουθάμπτον κι απορούσαμε. Για τον Ρόμπο που λέγαμε πως τα λεφτά είναι πολλά για άσημο μπακ από τη Χαλ, λες κι είμαστε οικονομικοί διευθυντές. Για τον Χέντο που λατρέψαμε να μισούμε. Για τον Τζίνι, τον Οξ, τον Μίλι. Για την τριάδα που είναι η δική μας τριάδα, η Αγία Τριάδα.
Ξέρετε τι είναι, όταν ήμουν μικρός να θέλουν όλοι να γίνουν Ζιντάν, Ροναλντίνιο και Μπέκαμ και σήμερα να προπονώ παιδιά που σουτάρουν κοιτώντας αλλού, θέλοντας να μοιάσουν στον Φιρμίνο; Αλλαγή της καθεστηκυίας τάξης είναι.
Μικρή σημείωση, κυρίως στην Ελλάδα, δεν ξέρω εάν συμβαίνει παντού αυτό: οι φίλαθλοι που ξαφνικά χθες θυμήθηκαν πως υποστηρίζουν Λίβερπουλ. Αυτοί που άμα τους πεις «Τζόντζο Σέλβι» θα νομίζουν πως μιλάς για γερμανικό ποιμενικό ή αν μιλήσεις για μπάλα παραλίας θα χαμογελάσουν με απορία ενώ εσύ ΜΙΣΕΙΣ ΤΙΣ ΜΠΑΛΕΣ ΠΑΡΑΛΙΑΣ. Δεν σας θέλουμε, όλους εσάς. Μπορούμε να αντέξουμε με τα δυο-τρία περήφανα φιλαράκια μας, αυτά με τα οποία μέχρι πρόπερσι ακόμα απορούσαμε για τις αλλαγές του Κλοπ.
Και ναι!
ΥΓ. Γιούργκεν Κλοπ, εγώ που έγραφα πως πιθανότατα θα αποτύχεις, που δεν σε πίστευα, που δεν σε καταλάβαινα, που ξέρω πως ποτέ δεν θα διαβάσεις ούτε μισή λέξη από όσα έχω γράψει, ΜΕ ΓΛΕΝΤΗΣΕΣ! ΕΙΜΑΙ ΜΥΡΩΔΙΑΣ και σε ευχαριστώ που υπάρχεις!