Ντιέγκο Μπίσεσβαρ από Αρτίστας, Χομπίστας

Ο Ντιέγκο Μπίσεσβαρ αποχαιρέτησε χθες τον ΠΑΟΚ για να ενταχθεί στον Απόλλωνα Λεμεσού, ως δανεικός μέχρι το τέλος της χρονιάς και νιώθω την ανάγκη να καταγράψω τις σκέψεις μου σχετικά με έναν από τους κορυφαίους αρτίστες που είδαμε τα τελευταία χρόνια στα γήπεδα της χώρας μας.
Ήμουν εξ αυτών που πίστεψε στα προσόντα του Μπίσεσβαρ από την πρώτη στιγμή. Θυμάμαι σαν τώρα διάφορους φίλους και γνωστούς μου να εκφράζουν τις αμφιβολίες τους για το κατά πόσο αυτός ο αφράτος τύπος με την αφάνα, που έμοιαζε κάποιες φορές να βρίσκεται στον δικό του κόσμο, θα καταφέρει να ξεχωρίσει στην Ελλάδα και τον ΠΑΟΚ. Εγώ όμως, για κάποιο λόγο, ήμουν σίγουρος ότι θα τα πάει καλά.
Ήταν αυτός ο αέρας του στις πρώτες του σεζόν με τον ΠΑΟΚ, αυτή η φοβερή σιγουριά του όταν η μπάλα βρίσκονταν στα πόδια του και ο τρόπος που δημιουργούσε μόνος του το χώρο για να κάνει την τελική πάσα ή την ενέργεια προς την εστία, που τον έκανε τόσο ξεχωριστό.
Στα τεσσεράμιση χρόνια που έμεινε στον ΠΑΟΚ, κατέκτησε τρείς φορές το Κύπελλο Ελλάδος, ενώ αποτέλεσε και ακρογωνιαίο λίθο της ομάδας που κατέκτησε το πρώτο πρωτάθλημα μετά από 34 χρόνια και μάλιστα ως αήττητη, όπως και το πρώτο νταμπλ στην ιστορία του συλλόγου.
Για τρία χρόνια, ο Μπίσεσβαρ έλυνε και έδενε στη μεσοεπιθετική γραμμή του ΠΑΟΚ, είτε ως επιτελικός, είτε στα αριστερά της επίθεσης, δίνοντας γκολ, ασίστ και στιγμές πραγματικής μαγείας στους Έλληνες φιλάθλους, ήταν κομβικός στα μεγάλα παιχνίδια κι όλα αυτά παίζοντας πάντοτε με απαράμιλλη τεχνική.
Η τελευταία φορά που είδαμε τον Μπίσεσβαρ που ξέραμε με τη φανέλα του ΠΑΟΚ, ήταν στις 14 Αυγούστου του 2019, στη ρεβάνς με τον Άγιαξ στην Ολλανδία. Ήταν, κατά την ταπεινή μου άποψη, η κορυφαία στιγμή του με τη φανέλα του ΠΑΟΚ. Δύο γκολ απέναντι στους Ολλανδούς, που λίγους μήνες πριν είχαν χάσει την πρόκριση στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ στην τελευταία φάση του ημιτελικού με την Τότεναμ, με τον Ντιέγκο να αποτελεί μόνιμη πηγή κινδύνου για την εστία του Αίαντα, από του οποίου τα τμήματα υποδομής μάλιστα είχε ξεκινήσει την καριέρα του.
Αυτή ήταν και η πρώτη φορά που ένιωσα την ανάγκη να τον αποθεώσω δημοσίως εδώ μέσα. Ντιέγκο, αν εγώ και η συνήθειά μου να καλτσώνω τον κόσμο είμαι η αιτία για αυτή την εικόνα που είχες έκτοτε, σου ζητώ συγγνώμη.
Από εκείνο το σημείο και μετά, ο Ντιέγκο Μπίσεσβαρ ήταν σκιά του εαυτού του. Όχι μόνο δεν κατάφερνε να είναι επιδραστικός, αλλά σταδιακά παραγκωνίστηκε εντελώς. Πλέον, σε τίποτα δε θύμιζε τον παίκτη που χόρευε με τη μπάλα τα πρώτα τρία χρόνια. Ήταν ανόρεχτος, οι ενέργειες δεν έβγαιναν με τίποτα και πάνω από όλα, είχε χάσει το πλατύ χαμόγελο που είχε πάντοτε τα τρία πρώτα χρόνια που ήταν μέλος της ομάδας.
Αυτό βέβαια δεν αφορά μόνο τον Μπίσεσβαρ. Όλα σχεδόν τα μέλη της ομάδας που κατέκτησε το 2019 το νταμπλ και είναι ακόμη στον ΠΑΟΚ, δείχνουν σαν να έχουν χάσει σε σπιρτάδα, σε ένταση και σε διάθεση, αλλά ο χρόνος δε χαρίζεται σε κανέναν, ενώ και οι συνεχείς αλλαγές στον περίγυρο της ομάδας είναι σαφές πως έχουν επίσης παίξει σημαίνοντα ρόλο.
Σε κάθε περίπτωση, παρότι νιώθω μεγάλη λύπη που είδα αυτή τη θλιβερή εκδοχή του Μπίσεσβαρ τον τελευταίο ενάμιση χρόνο στα ελληνικά γήπεδα, ξέρω καλά πως μετά από χρόνια, όταν θα ακούω για τον γεματούλη Ντιέγκο που έκανε μαγικά μέσα στο γήπεδο, χωρίς οι αντίπαλοι να καταλαβαίνουν από πού τους ήρθε, το μυαλό μου θα πηγαίνει σε δύο πρόσωπα κι όχι σε ένα, όπως για τους περισσότερους ποδοσφαιρόφιλους.
Να είσαι πάντα καλά παικταρά!