Το αδικημένο πολυεργαλείο Μαρσέλο Μάτος
Οι δύο χρονιές του Μαρσέλο Μάτος στον Παναθηναϊκό ήταν εκ διαμέτρου αντίθετες: η πρώτη ήταν μια χρονιά όπου έλαμψε, έδειξε σε όλους ότι μπορεί να ανεβάσει επίπεδο το κέντρο του Παναθηναϊκού και ήταν ίσως ο καλύτερος παίκτης τη χρονιά που ο Παναθηναϊκός του Πεσέιρο πάλεψε για το Πρωτάθλημα μέχρι τέλους και 3 αγωνιστικές πριν το τέλος οδηγούσε την κούρσα, αλλά στην πορεία η τεράστια γκέλα στην Ξάνθη και το χατ τρικ του Ρατζίνσκι του στέρησαν τις ελπίδες τίτλου.
Δυνατός, δυναμικός, έχτιζε παιχνίδι, δημιουργούσε, πίεζε τα πάντα, δάγκωνε τα πάντα στο πέρασμά του: έκανε τους πάντες να παραμιλούν και για αυτό ο Παναθηναϊκός έδωσε 4 εκατομμύρια για να τον κάνει δικό του, υπογράφοντάς του και τετραετές, πλουσιοπάροχο συμβόλαιο (750.000 ανά χρόνο!).
Με Καραγκούνη, με Έκι, με Τζιόλη ή Σιμάο δίπλα του ο Μάτος ήταν η σταθερά της ομάδας του τον πρώτο χρόνο και για αυτό τον πρώτο χρόνο της πολυμετοχικότητας και με αλλαγή προπονητή, δεν σκέφτηκαν καν πολύ την αγορά του: ήταν από τους πιο πολύτιμους παίκτες μιας χρονιάς που έστω τελείωσε με δυναμικό κλείσιμο στα play off και συμμετοχή στον τελευταίο προκριματικό του Champions League: οι διοικούντες φαντάζονταν πως η ομάδα του επόμενου χρόνου θα ξεκινούσε από αυτόν.
Και πράγματι, τα χρήματα που δόθηκαν για αυτόν για την απόκτηση του 100% των δικαιωμάτων του Ζιλμπέρτο, του (πολυδιαφημισμένου) Ροντρίγκο Σόουζα και μόνο το…δίδυμο Μελίσση-Λάζαρου περνούσε τη δική του μεταγραφή.
Παρ’ όλα αυτά, ο Χενκ Τεν Κάτε δεν πίστεψε σε αυτόν. Ήθελε μια τριάδα στο κέντρο φτιαγμένη από τον Σιμάο, τον Ζιλμπέρτο και τον Καραγκούνη ή τον Τζιόλη ενώ πολλές φορές έπαιζε με δεκάρι (Νίνη, Κλέιτον ή Καραγκούνη) ή ακόμα και με δύο φορ (χρησιμοποιούσε αρκετά τον Ρουκάβινα).
Μπερδεμένος ανάμεσα στις κακές εμφανίσεις στην Ελλάδα αλλά τις εξαιρετικές στην Ευρώπη (άλωση του Μιλάνου με Σαριέγκι, τριάρα στη Βέρντερ, πρόκριση στους 16), πολλές φορές ο μαέστρος της τακτικής Τεν Κάτε παγιδευόταν χρησιμοποιώντας τους ίδιους παίκτες και τα ίδια συστήματα σε αγώνες πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους: μετά το θρίαμβο επί της Ίντερ του Μουρίνιο, κατέβασε το ίδιο 5-4-1 με τον Αστέρα Τρίπολης στο ΟΑΚΑ.
Εν ολίγοις, κανένας πλην του Ζοσέ Πεσέιρο που έφυγε κακήν κακώς (λόγω κυρίως της τεσσάρας στο Καραϊσκάκης αλλά και των γκελών που του στέρησαν το πρωτάθλημα) δεν πίστεψε στον Μάτος και όταν εκείνος γύρισε μετά τα δύο χρόνια δανεισμού του, και με τον Ζεσουάλντο Φερέιρα πλέον στον πάγκο της ομάδας να ψάχνει τον αντικαταστάτη του Ζιλμπέρτο Σίλβα, δεν θέλησε καν να συζητήσει το ενδεχόμενο παραμονής.
«Ο γιος μου έχει κάποια προβλήματα υγείας, ενώ η κόρη μου πηγαίνει σε αμερικανικό σχολείο. Στη Βραζιλία οι ημερομηνίες της σχολικής περιόδου διαφέρουν. Οταν πρωτοήρθαμε στην Ελλάδα έχασε μια σχολική χρονιά και όταν ήρθε πίσω στη Βραζιλία, έχασε άλλη μία. Αν λοιπόν επιστρέψει μαζί μου στην Ελλάδα, θα χάσει συνολικά τρία χρόνια και δεν μπορεί να γίνει αυτό».
Δεν ήταν ο ίδιος άνθρωπος και δεν είχε την ίδια όρεξη: είχαν περάσει τρία χρόνια άλλωστε από τότε που είχε έρθει στην Ελλάδα, και 4 από τότε που κάποιος τον πίστεψε ποδοσφαιρικά!
Πουλήθηκε για 1,5 εκατομμύριο στην Μποταφόγκο και το άκρως ενδιαφέρον είναι πως ακόμα παίζει ποδόσφαιρο, καθώς τελευταία του συμμετοχή ανιχνεύεται στα τέλη του 2020, με την Μπανγκού, ομάδα της τέταρτης κατηγορίας Βραζιλίας!
Ένα από τα μεγαλύτερα ‘what if’ του Παναθηναϊκού καθώς άλλον τον έφερε, άλλος τον αγόρασε, με άλλον έπρεπε να παίξει και δεν έπαιξε ποτέ, κι έτσι απλά ένας ποδοσφαιριστής που έκαναν μπαμ οι ποδοσφαιρικές του ικανότητες, που η μεταγραφή του κόστισε παραπάνω από Ζιλμπέρτο-Καραγκούνη-Κατσουράνη, δε στέριωσε ποτέ στον Παναθηναϊκό.