Πέδρο Μαρτίνς, ένα «Μυρμήγκι» στον πάγκο του Ολυμπιακού

Όλοι μας νομίζω έχουμε υπόψη μας τον πασίγνωστο μύθο του Αισώπου, με τον οκνηρό Τζίτζικα ο οποίος περνάει το καλοκαίρι αραχτός και το χειμώνα δεν έχει αποθηκεύσει καθόλου φαγητό, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει η ίδια του η ύπαρξη και τον εργατικό Μέρμηγκα, ο οποίος δουλεύει σκληρά όλο το καλοκαίρι, για να εξασφαλίσει την οικογένειά του για το χειμώνα.
Αν μεταφέραμε το μύθο στην ελληνική πραγματικότητα της Σούπερ Λιγκ, φυσικά ο Μέρμηγκας θα ήταν ο Ολυμπιακός του Πέδρο Μαρτίνς και ο Τζίτζικας οι υπόλοιποι διεκδικητές, διαλέξτε και βάλτε όποιον θέλετε στο ρόλο του.
Ο δρόμος μόνο στρωμένος με ροδοπέταλα δεν ήταν για τον Πέδρο Μαρτίνς. Ήρθε στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 2018, έχοντας στο προπονητικό του παλμαρέ θητείες μόνο σε μικρομεσαίες ομάδες της Πορτογαλίας, όπως η Ρίο Άβε και η Γκιμαράες. Σημειωτέον ότι ο Ολυμπιακός προέρχονταν από μία σεζόν που τον βρήκε τρίτο στο πρωτάθλημα, αλλάζοντας από το 2017 συνεχώς προπονητές ανά μερικούς μήνες.
Ως εκ τούτου, αυτό που σκεφτήκαμε οι περισσότεροι όταν ακούσαμε ότι νέος προπονητής του Ολυμπιακού θα είναι ένας όχι και τόσο γνωστός Πορτογάλος, με παρουσία κυρίως σε ομάδες που δεν πρωταγωνιστούν στο Πορτογαλικό πρωτάθλημα, ήταν μοιραίο να αποτελέσει σε λίγους μήνες κι αυτός παρελθόν από τον Ολυμπιακό.
Και πράγματι, αυτό θα μπορούσε να έχει συμβεί, όταν ο Ολυμπιακός στην πρώτη χρονιά του Πέδρο Μαρτίνς απέτυχε να κατακτήσει κάποιον τίτλο, μένοντας δεύτερος πίσω από τον αήττητο ΠΑΟΚ του Λουτσέσκου, ενώ στο Κύπελλο αποκλείστηκε από τη Λαμία.
Παρότι αδιαμφισβήτητα ο Ολυμπιακός ήταν βελτιωμένος στα χέρια του, πράγμα που αποδείχτηκε και στην Ευρώπη, όπου άφησε έξω τη Μίλαν εκείνη τη σεζόν, η απώλεια δεύτερου διαδοχικού πρωταθλήματος και ο πρόωρος αποκλεισμός έδειχναν ότι θα μπορούσαν να είναι ο καταλύτης που θα οδηγούσε τον Πορτογάλο μακριά από τον Πειραιά.
Κι όμως, ο Βαγγέλης Μαρινάκης, ενεργώντας πραγματικά έξυπνα και δείχνοντας πως μαθαίνει από τα δικά του λάθη, κράτησε τον Πέδρο Μαρτίνς στον πάγκο, δίνοντάς του και τη δυνατότητα να ενισχύσει σημαντικά το ρόστερ, φέρνοντάς του τον Ελ Αραμπί στην επίθεση, τον Βαλμπουενά, τον Σεμέδο κ.α.
Έκτοτε, ο Πορτογάλος δεν έχει κουραστεί να δικαιώνει το αφεντικό του Ολυμπιακού για την επιλογή του να τον εμπιστευτεί, αφού η ομάδα του Μαρτίνς έχει πάρει το περσινό νταμπλ, παρά την παρατεταμένη μάλιστα διακοπή λόγω της πανδημίας, παίζοντας αδιαμφισβήτητα το καλύτερο ποδόσφαιρο, έχει προχωρήσει δύο φορές ως τους «16» του Europa League, όπου και αποκλείστηκε στις λεπτομέρειες, έχει ήδη «κλειδώσει» από πολύ νωρίς και το φετινό πρωτάθλημα και πάνω από όλα, παρουσιάζει ένα σύνολο που παίζει καλό ποδόσφαιρο, μπαίνοντας με τη σωστή τακτική και τη σωστή ψυχολογία σε κάθε παιχνίδι.
Είναι τόσο συνεπής στο αποτέλεσμα ο Ολυμπιακός τα τελευταία δύο χρόνια, που πολλές φορές δεν φαίνονται καν οι αλλαγές που κάνει ο Μαρτίνς στην προσέγγισή του. Για παράδειγμα, οι περισσότεροι θα έχετε παρατηρήσει πως τις τελευταίες εβδομάδες, ο Πορτογάλος σε αρκετά παιχνίδια έχει αλλάξει το σύστημα σε 3-4-3, ακριβώς από τη στιγμή που μπήκε με την ομάδα ο στόπερ που ήρθε να του λύσει τα χέρια, ο Σωκράτης Παπασταθόπουλος.
Πριν τον Σωκράτη, ο Μαρτίνς είχε στα χέρια του τρία πολύ δυνατά, αθλητικά και γρήγορα στόπερ, τους Σεμέδο, Μπα και Σισέ, τους οποίους όμως δε θα μπορούσε εύκολα να συντονίσει σε τριάδα, καθώς ουδείς διαθέτει την προσήλωση και την ηρεμία που δίνει στο παιχνίδι από πίσω ο Καλαματιανός στόπερ, απόρροια της μεγάλης του εμπειρίας.
Αυτή η αλλαγή στη διάταξη μάλιστα που αναγκαστικά του «τρώει» έναν δημιουργικό μέσο από το χώρο του κέντρου, έχει αντιμετωπιστεί από τον Πέδρο Μαρτίνς, με ένα πολύ έξυπνο και εφευρετικό τρικ, το οποίο, ως τώρα, έχει αποδώσει καλά. Ο λόγος φυσικά για τη χρήση του Ελ Αραμπί, ο οποίος, ειδικά στο 1-5 με την ΑΕΚ, παίζει τόσο ως σεντερ φορ περιοχής, όσο και ως «δεκάρι». Γυρνά στο κέντρο, σπάει μπάλες, περνάει κάθετες πάσες, όπως η μαγική στον Μασούρα για το 0-4. Ένα πολύ έξυπνο τρικ, το οποίο είμαι σχεδόν βέβαιος ότι θα δούμε και του χρόνου και ειδικά σε Ευρωπαϊκά παιχνίδια.
Σε γενικές γραμμές και έχοντας ένα αξιόπιστο δείγμα δουλειάς του Πορτογάλου προπονητή από πίσω, ο Ολυμπιακός του Πέδρο Μαρτίνς είναι, για μένα χωρίς συζήτηση, μία εκ των κορυφαίων ομάδων που έχει παρουσιάσει ο σύλλογος τα τελευταία είκοσι χρόνια, στην εποχή δηλαδή της άνθισης και της παντοκρατορίας του.
Παρότι έχει παρουσιάσει κι άλλες ομάδες που έπαιζαν πολύ καλό ποδόσφαιρο, λίγες ομάδες του Ολυμπιακού είχαν τη σοβαρότητα και τη συνέπεια που έχει αυτός του Πέδρο Μαρτίνς. Κάθε παίκτης ξεχωριστά ξέρει τι θέλει ο προπονητής του από αυτόν στο 100% κι αντίστοιχα ο προπονητής γνωρίζει απόλυτα τι να ζητήσει από τον κάθε παίκτη και τι όχι.
Κατά την ταπεινή μου άποψη και παρακολουθώντας ελληνικό ποδόσφαιρο κάτι παραπάνω από είκοσι χρόνια πλέον, ο Ολυμπιακός του Πέδρο Μαρτίνς, συγκρίνεται μόνο με αυτόν του έτερου «μυρμηγκιού» που κάθισε στον πάγκο του, του Ερνέστο Βαλβέρδε. Παρότι δε στάθηκε το ίδιο στην Ευρώπη, η συνέπεια ήταν παρόμοια και στις δύο ομάδες.
Ο Μαρτίνς έχω την εντύπωση ότι θα μείνει για αρκετά ακόμη χρόνια στον Ολυμπιακό, αφού πλέον τα πάντα δείχνουν πως είναι «στα χέρια του», σε ότι αφορά το ρόστερ, την προετοιμασία για τους αγώνες και την ιεράρχηση των στόχων της ομάδας. Κι ενώ θα μπορούσε να πηγαίνει «στον αυτόματο», απλά περιμένοντας να τελειώσει η ήδη επιτυχημένη σεζόν, αυτός επιλέγει να δοκιμάζει νέα πράγματα, να βάζει νέες προκλήσεις στους ποδοσφαιριστές του. Κι αυτό, κατά την ταπεινή μου άποψη, είναι ίδιον μεγάλου προπονητή.
Κι αν κάτι μένει από όλο αυτό, είναι για άλλη μια φορά η επιβεβαίωση του Μύθου του Αισώπου, που αναφέρει ότι καλύτερα να εργάζεσαι τη στιγμή που οι υπόλοιποι λιάζονται και σε περιγελούν που κουβαλάς, αντί να απολαμβάνεις τον πρόσκαιρο ήλιο, καθώς σε βάθος χρόνου, ο καθένας παίρνει αυτό που του αξίζει.