Ο Ρωμιός «Θρύλος» της Φενέρμπαχτσε και τα Σεπτεμβριανά του 1955
Ίσως οι περισσότεροι νέοι ποδοσφαιρόφιλοι να μη γνωρίζουν σχετικά με το Θρύλο του μεγαλύτερου γκολτζή της Τουρκίας κατά τις δεκαετίες του ’40 και του ’50 , του Ελευθέριου Κιουτσουκαντωνιάδη, ο οποίος έμεινε στην ιστορία ως ο μεγαλύτερος γκολτζής στην ιστορία της Φενέρμπαχτσε. Ωστόσο, για τους Τούρκους, ο «Λεφτέρ», όπως τον φώναζαν, ήταν ένα σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής, τόσο για τη Φενέρ, όσο και για την εθνική ομάδα της Τουρκίας.
Ο «καθηγητής», όπως ήταν το προσωνύμιο του, έσπασε κάθε ρεκόρ όσο αγωνίζονταν, πετυχαίνοντας αμέτρητα γκολ με τη Φενέρμπαχτσε και την Εθνική Τουρκίας κι αποτέλεσε ένα διαχρονικό σύμβολο για το ποδόσφαιρο της χώρας. Μόνο που, δυστυχώς, η ιστορία που θα διαβάσετε σήμερα, δεν έχει να κάνει με τα όσα θαυμαστά έκανε στα γήπεδα ο Λεφτέρ.
Όντας γιός του Χρήστου και της Αργυρώς Αντωνιάδη, ο Λεφτέρ κατοικούσε στην Πρίγκηπο ή Büyükada, όπως είναι η τουρκική ονομασία και ήταν μέλος της κοινότητας των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, των Ρωμιών, όπως ονομάζονται, η οποία ως γνωστόν ήταν η μόνη μαζί με τους Έλληνες Ίμβρου και Τενέδου που εξαιρέθηκαν από τη Συνθήκη της Λωζάνης, που προέβλεπε την ανταλλαγή των Χριστιανών που κατοικούσαν σε εδάφη της Τουρκίας, με τους Μουσουλμάνους της Ελλάδας, πλην αυτών της Θράκης.
Το 1955, ο Λεφτέρ ήταν ήδη ένα σύμβολο για τη Φενέρμπαχτσε. Έχοντας ξεκινήσει από την Ταξίμσπορ, είχε πάρει μεταγραφή στη μεγάλη ομάδα της Πόλης το 1947, μόλις ολοκλήρωσε τη στρατιωτική του θητεία. Έπαιξε στα «Καναρίνια» ως το 1951 και, λόγω των εξαιρετικών του εμφανίσεων, έγινε εκείνη τη χρονιά ο πρώτος Τούρκος παίκτης που παίρνει μεταγραφή στο εξωτερικό, παίζοντας τις επόμενες δύο σεζόν σε Φιορεντίνα και Νις αντίστοιχα.
Το 1953 επιστρέφει στη Φενέρμπαχτσε και συνδέει το όνομά του με την ομάδα για τα επόμενα 11 χρόνια. Ωστόσο, στα δύο χρόνια από την επιστροφή του στην αγαπημένη του ομάδα, συνέβη ένα γεγονός που τον σημάδεψε για όλη του τη ζωή.
Στις 6 Σεπτεμβρίου του 1955 ξεκίνησαν τα γεγονότα που έμειναν στην ιστορία ως «Σεπτεμβριανά», το ανθελληνικό δηλαδή πογκρόμ που έλαβε χώρα στην Κωνσταντινούπολη. Οργισμένος τουρκικός όχλος, επιτέθηκε στους Έλληνες της Πόλης και τις περιουσίες τους, ενώ από την οργή τους δε γλίτωσαν και ορισμένοι Εβραίοι και Αρμένιοι.
Οι σκηνές ήταν εφιαλτικές, με τους τελικούς απολογισμούς να σοκάρουν. Νεκροί, τραυματίες, βιασμοί και ανυπολόγιστες υλικές ζημιές ήταν ο τελικός απολογισμός για τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης. Από την οργή του πλήθους, λίγο έλειψε να μη γλιτώσει ούτε το μεγάλο είδωλο της Φενέρμπαχτσε, ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής της εποχής στη χώρα, ο Λεφτέρ.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, όταν ο όχλος έφτασε έξω από το σπίτι του, ο Λεφτέρ περίμενε με όπλο στο χέρι, αποφασισμένος να προστατέψει την οικογένειά του με κάθε κόστος. Άλλες μαρτυρίες αναφέρουν πως, όταν κάποιοι από τους Τούρκους που βρίσκονταν στα γεγονότα, οπαδοί της Φενέρ, αντιλήφθηκαν σε ποιανού το σπίτι επιτίθενται, έφτιαξαν μια ανθρώπινη αλυσίδα για να τον προστατέψουν από τους υπόλοιπους εφορμούντες.
Ο ίδιος ο Λεφτέρ, τοποθετήθηκε ελάχιστα δημοσίως για τα όσα έλαβαν χώρα την 6η προς 7η Σεπτεμβρίου του 1955. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως δε του άφησε μια τεράστια πίκρα. Όπως έλεγε χαρακτηριστικά: «Δεκαπέντε μέρες πριν με είχαν ανεβάσει στους ώμους, όταν πέτυχα ένα σημαντικό γκολ. Όμως εκείνη τη μέρα, μου πετούσαν πέτρες και μπογιές».
Το πιο απίθανο απ’ όλα κι αυτό που καταδεικνύει την παράνοια του εθνικισμού και του εξτρεμισμού, είναι πως ο Λεφτέρ γνώριζε τους ανθρώπους που επιτέθηκαν στο σπίτι του. Χαρακτηριστικά, σε κάποια συνέντευξή του, είχε πει: «Το χειρότερο απ’ όλα είναι πως τα παιδιά από τη γειτονιά που τους έδινα χαρτζιλίκι, ήταν αυτά που επιτέθηκαν στο σπίτι μου. Οι κόρες μου ήταν τότε πολύ μικρές και προσπάθησαν να τις σκοτώσουν. Με ρώτησαν πολλοί ποιοι τα έκαναν όλα αυτά. Δεν το αποκάλυψα τότε, δε θα το κάνω ούτε και τώρα».
Γενικά, παρότι επρόκειτο για έναν από τους μεγαλύτερους Θρύλους στην ιστορία του Τουρκικού ποδοσφαίρου, ο Λεφτέρ πάντοτε ένιωθε άβολα να μιλάει για αυτά τα γεγονότα. Ακόμα και προς το τέλος της ζωής του, όταν ο δημοσιογράφος Nebil Ozgenturk τον ρώτησε για τα γεγονότα σε ένα ντοκιμαντέρ που έφτιαξε για τη ζωή του, ο Λεφτέρ είπε απλά πως τα γεγονότα δεν έπρεπε να έχουν γίνει, υπό το φόβο ότι μπορεί να είχε μπλεξίματα.
Παρότι σαφέστατα πικράθηκε από τα γεγονότα, ο Λεφτέρ έμεινε στην ιστορία ως ο κορυφαίος Τούρκος ποδοσφαιριστής της εποχής του, ένας άνθρωπος που μοίραζε την αγάπη του ανάμεσα στις δύο του πατρίδες, την Τουρκία και την Ελλάδα και γι’ αυτό αγαπήθηκε και στις δύο.
Έφυγε από τη ζωή στις 13 Ιανουαρίου του 2012, με την κηδεία του να μετατρέπεται σε λαϊκό προσκύνημα, προεξάρχοντος του ίδιου του προέδρου της Τουρκίας, του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ακόμη κι οι φανατικότεροι Μουσουλμάνοι τότε, άναψαν ένα κερί στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου στην Κωνσταντινούπολη, στη μνήμη του μεγαλύτερου συμβόλου της εποχής του για το Τουρκικό ποδόσφαιρο.