Edgar Davids, το pitbull
Από τους παικταράδες που ήταν σημεία αναφοράς για το παγκόσμιο ποδόσφαιρο των 90ς – αρχών 00ς ήταν ο Έντγκαρ Ντάβιντς.
Δεν ήταν μόνο το χαρακτηριστικό γυαλί που φορούσε (μετά αδείας λόγω γλαυκώματος) και τα ράστα του. Ο τύπος έτρεχε παντού ανελέητα (γι’αυτό του δόθηκε και το παρατσούκλι “Πίτμπουλ” από τον Φαν Χάαλ), δάγκωνε, ψάρωνε, μοίραζε, καθάριζε.
Έπαιξε σε κορυφαίες ομάδες, όντας μέλος του τότε απίστευτου Άγιαξ (1991-1996), της Μίλαν (1996-1998), της Γιουβέντους (1998-2004), τηςΜπαρτσελόνα (για ένα εξάμηνο το 2004), τηςΊντερ , στην Τότεναμ, ξανά στον Άγιαξ, πέρασε και από την Κρίσταλ Πάλας και έκλεισε στην Μπάρνετ το 2014.
Μικρός στο μέγεθος αλλά ευλογημένος με μια απίστευτη ενέργεια, ο Nτάβιντς δεν ήταν ο τυπικός αμυντικός μέσος, ο ασταμάτητος σκύλος που μόνο δάγκωνε, έκοβε και τραμπούκιζε. Ήξερε και καντάρια μπάλα και γι’αυτό πρωταγωνιστούσε και στις κλασικές υπέροχες freestyle διαφημίσεις της Nike τότε που λατρεύαμε να βλέπουμε τότε.
Δεν γίνονταν και αλλιώς, ήταν και θρέμμα των ακαδημιών του Άγιαξ αλλά και πρωταγωνιστής δίπλα σε άλλα τέρατα της γενιάς του που μιλούσαν στο τόπι. Ο Ντάβιντς ήταν αυτός που κυνηγούσε, έκλεβε, ανακτούσε τον έλεγχο και σήμαινε την αντεπίθεση σε κάθε ομάδα του.
Γεννημένος στο Σουρινάμ, μετακόμισε με την οικογένειά του στην Ολλανδία και πέρασε τον περισσότερο χρόνο του στις αλάνες παίζοντας ποδόσφαιρο. Εκεί δόθηκε για πρώτη φορά το παρατσούκλι “ο δήμαρχος των δρόμων”.
Μετά από δύο αποτυχημένες εξετάσεις, τελικά μπαίνει στην ακαδημία του Αίαντα σε ηλικία 12 ετών. Σε ηλικία 18 κάνει το ντεμπούτο του και σε πέντε χρόνια κατακτάει τα πάντα έχοντας κάνει πάνω από 150 εμφανίσεις. Αρχικά έπαιζε σαν αριστερός χαφ χωρίς να του αρέσει ιδιαίτερα. Η άνοδος του Όβερματς τον μετακίνησε στο κέντρο όπου σταδιακά θεμελίωσε την κυριαρχία και το στάτους του.
Μετά τον χαμένο τελικό του 1996, πηγαίνει στην Μίλαν όπου τα πράγματα δεν πήγαν καλά γι’αυτόν. Σπασμένο πόδι, νέα κουλτούρα, νέα γλώσσα, επεισόδια εκτός αγωνιστικών χώρων, τελειώνουν την υπομονή του Καπέλο και η αποχώρησή του ήταν θέμα χρόνου.
Γενικά το 1996 δεν ηταν καλό γι’αυτόν. Έχασε πέναλτι στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ και στο ίδιο καλοκαίρι κατηγόρησε τον Γκους Χίντιγκ, ομοσπονδιακό της Ολλανδίας, για μεροληπτική συμπεριφορά εις βάρος των μαύρων παικτών. Ο Χίντιγκ τον έστειλε σπίτι του, μιας και ο Έντγκαρ απολογήθηκε μεν για το σχόλιό του (“ο Χίντιγκ έχει το κεφάλι του βαθιά στον κώλο κάποιον παικτών”) αλλά ξαναδήλωσε ότι δεν θα άλλαζε αυτό κάτι στην γενική αλήθεια.
Το 1997 η Γιουβέντους κάνει την κίνηση ματ και ο Λίπι τον φέρνει σαν βασικό. Με τον Ζιζού και τον Ντελ Πιέρο σχημάτισαν μια τρομερή τριάδα που ακόμη και σήμερα μοιάζει απίστευτο πως δεν πήρε Τσάμπιονς Λιγκ, ενώ έφτασαν τόσο κοντά (1998 χαμένος τελικός, 1999 ημιτελικά). Ειδικά με τον Ζιζού, σχημάτισαν ένα σπάνιο δίδυμο στο κέντρο που συμπλήρωνε ο ένας τον άλλον αρμονικά. Το θεϊκό ταλέντο του Ζιζού συμπληρώνονταν με την ενέργεια και την θυσία του Έντγκαρ. Σε 7 χρόνια κατακτάει 3 πρωταθλήματα, 2 κύπελλα και παίζει σε δύο χαμένους τελικούς Τσάμπιονς Λιγκ.
Το 1999 ήταν που έγινε σελέμπριτι. Τότε φοράει τα γυαλιά του για πρώτη φορά εναντίον του γλαυκώματος. Την ίδια χρονιά, ο Τιερί Ανρί δημοσιοποιεί τον θαυμασμό του ότι ο Ντάβιντς κάνει τα πάντα σε ένα δωμάτιο με μια μπάλα στα πόδια του. Βούρτσιζε τα δόντια του, έφτιαχνε καφέ κλπ. Εκείνη την χρονιά, κάνει και χρυσά συμβόλαια με την εταιρεία που του προμήθευε τα γυαλιά και φυσικά με την Nike, πρωταγωνιστώντας στις διαφημίσεις της.
Τον Μάιο του 2001 βρίσκεται θετικός σε αναβολική ουσία για πέντε μήνες. Όταν επέστρεψε ο Ζιζού είχε φύγει, ο Ντελ Πιέρο ήταν εκεί και μαζί του ο Νέντβεντ ήταν ο νέος αστέρας της ομάδας.
Το 2003 ξαναπήγε στο τελικό, σβήνοντας τον συμπατριώτη του Ζέεντορφ αλλά αναγκαστικά έγινε αλλαγή λόγω τραυματισμού. Με τον Νέντβεντ εκτός λόγω τιμωρίας και τον Ντάβιντς εκτός από το 65′, μπορεί να ισχυρίζεται κάποιος ακόμη και σήμερα ότι η τύχη τους θα ήταν διαφορετική αν αυτοί οι δύο έπαιζαν.
Την ίδια χρονιά ήταν στο εξώφυλλο του FIFA 2003.
Το δεύτερο εξάμηνο του 2004 τον βρίσκει στην Μπαρτσελόνα που πάλευε στην μετριότητα.
Αυτή η κίνηση αλλάζει την ιστορία του συλλόγου καθώς ο Ντάβιντς απελευθερώνει τον Τσάβι και τον Ροναλντίνιο. Βρήκε την ομάδα στην 12η θέση, 18 πόντους πίσω από την Ρεάλ Μαδρίτης. Σε 18 αγώνες, η Μπαρτσελόνα κερδίζει τους 14 και τερματίζει δεύτερη, μετά την Βαλένθια του Μπενίτεθ. Μάλιστα κέρδισε και στο Μπερναμπέου με τον Ντάβιντς να σβήνει τον πρώην συμπαίκτη του, Ζιζού. Η Μπαρτσελόνα πριν τον Ντάβιντς είχε δεχθεί 25 γκολ και είχε βάλει 26. Με τον Ντάβιντς, δέχθηκε μόλις 14 και έβαλε 37.
Δεν έμεινε, αλλά έδειξε στους Καταλανούς τι πρέπει να γίνει για να αρχίσουν να επιστρέφουν οι τίτλοι. Ο Ινιέστα και ο Τσάβι έμαθαν πολλά από αυτόν, ο Ράικαρντ έμεινε να συνεχίσει το έργο του, ο Ροναλντίνιο να συνέχιζε σε ελεύθερο ρόλο.
Στην Ίντερ λίγοι τον θυμούνται (τα έχουμε πει και εδώ), στην Τότεναμ η παρουσία του κρίνεται επιτυχημένη, συμμετέχοντας και σε ένα καλτ σκηνικό με μπουνιές με τον Ρόμπι Κιν μετά την προπόνηση.
Η επιστροφή στον Αίαντα μετά από 11 χρόνια συνδυάστηκε με ένα κύπελλο αλλά και με έναν τραυματισμό που τον άφησε εκτός αρκετό διάστημα στην δεύτερή του χρονιά.
Για κάποιο λόγο η τρίμηνη παρουσία του στην Κρίσταλ Πάλας συνοδεύτηκε με μια δήλωση του “μια από τις σπουδαιότερες εμπειρίες της ζωής μου”, ενώ στην Μπάρνετ ανέλαβε τον ρόλο του παίκτη – προπονητή.
Εκεί άρχισαν αρκετές γεροπαραξενιές. Ήθελε το νο1 στην φανέλα, δεν ήθελε να ταξιδεύει με την υπόλοιπη ομάδα όταν ήταν να διανυκτερεύσουν για εκτός έδρας αγώνες, πήρε κίτρινη σε κάθε αγώνα στα 8 πρώτα του παιχνίδια, μέχρι που παραιτήθηκε. Κυκλοφορούν πολλές ιστορίες γι’αυτό το διάστημα στην Μπάρνετ που δίκαια ενίσχυσαν το στάτους ενός καλτ ήρωα στο Νησί και όχι μόνο .
Στην Εθνική όλοι τον θυμόμαστε ως έναν βασικό συντελεστή της. Στο Μουντιάλ του 1998 συμπεριλήφθηκε στην καλύτερη ενδεκάδα του τουρνουά, στο Euro 2000 ήταν εξαιρετικός ενώ το τελευταίο του παιχνίδι ήταν το 2005.
Ο Ντάβιντς ενσωματώνει όλη την πεμπτουσία του 90’ς – αρχών 00’ς ποδοσφαίρου που αγαπήσαμε τόσο πολύ και νοσταλγούμε. Δεν ήταν μόνο τα γυαλιά του που τον έκαναν ίσως τον πιο αναγνωρίσιμο ποδοσφαιριστή τότε και η απίστευτη ενέργεια που είχε στο γήπεδο. Ήταν και συμπαίκτης με άλλους παικταράδες, σε ομάδες που άφησαν εποχή και σε περιόδους όπου ο αέρας του ποδοσφαίρου ήταν τόσο διαφορετικός, τόσο εντός όσο και εκτός των γηπέδων.