ΑΕΚ, μια διαρκής ταλαιπωρία

Το είδαμε κι αυτό από την ΑΕΚ. Κατόρθωσε χθες η «Ένωση» να μας υπενθυμίσει για ακόμη μία φορά πως τίποτα δεν είναι αδύνατο στο ποδόσφαιρο και πολύ περισσότερο στο αγαπημένο μας πρωτάθλημα, τη Σούπερ Λιγκ.
Κι ας κέρδιζε με δύο γκολ μέχρι το ’78, η ΑΕΚ κατάφερε όχι μόνο να μην κερδίσει το παιχνίδι, αλλά και να το χάσει τελικά στις καθυστερήσεις, αποχαιρετώντας οριστικά τις όποιες ελπίδες της για τη διεκδίκηση ενός ευρωπαϊκού εισιτηρίου. Ο Άρης της ανέτρεψε μεγαλοπρεπώς το ματς και κερδίζει – 100 % δίκαια, αν με ρωτάτε – τη συμμετοχή του στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις για την επόμενη χρονιά.
Πως όμως κατάφερε η ΑΕΚ, σε μία σεζον που η επένδυση που έγινε στο έμψυχο δυναμικό της ομάδας δεν ήταν και μικρή, να μείνει εκτός Ευρώπης; Ποιος ευθύνεται που η «Ένωση» θα μπει επιτέλους του χρόνου στην Αγιά Σοφιά, για να παίζει, με όλο το σέβας που πρέπει στα ιστορικά σωματεία, με τον Αστέρα Τρίπολης, το Λεβαδειακό ή τη Βέροια και τον Ιωνικό;
Λίγο – πολύ, νομίζω ότι η απάντηση πλέον είναι γνωστή σε όλους. Είναι κοινός τόπος στις κουβέντες πλέον ότι δε μπορεί όλοι αυτοί οι ποδοσφαιριστές και οι προπονητές που πέρασαν από την ΑΕΚ και απέτυχαν, από την κατάκτηση του πρωταθλήματος του 2018 και μετά, να είναι όλοι άχρηστοι. Απλώς δε βγαίνουν τα στατιστικά.
Τη βραδιά του ντροπιαστικού αποκλεισμού από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις για την ΑΕΚ, δυο πρώην παίκτες της γνώριζαν την αποθέωση ως πρωταθλητές και πρωταγωνιστές των ομάδων τους στο εξωτερικό. Ο Τάσος Μπακασέτας χόρευε συρτάκι στην φιέστα της Τράμπζονσπορ, την οποία οδήγησε στην κορυφή του Τουρκικού πρωταθλήματος, μετά από 38 ολόκληρα χρόνια και ο Γιώργος Γιακουμάκης σκόραρε ακόμη 2 γκολ στη φιέστα της Σέλτικ στη Σκωτία, γιορτάζοντας τον τίτλο του πρωταθλητή, αλλά και την αναρρίχησή του στην πρώτη θέση του πίνακα των σκόρερ στο πρωτάθλημα, έστω με συγκάτοικο. Θυμίζουμε ότι ο Γιακουμάκης είχε βγει πρώτος σκόρερ και στην Ολλανδία πέρσι με τη Φένλο.
Φυσικά και οι δύο έφυγαν από την ΑΕΚ ως «λίγοι» κι έναντι ελαχίστου ή καθόλου αντίτιμου, όπως και πολλοί άλλοι που πέρασαν τα τελευταία χρόνια από την ομάδα. Και πως να γίνει αλλιώς, όταν μια εταιρεία προσπαθεί να λειτουργήσει με όρους 1990 το 2022;
Αλήθεια, πιστεύει κανένας ότι υπάρχει έστω και ένας που να μελετά στην ΑΕΚ το σημαντικότερο εργαλείο του σημερινού ποδοσφαίρου, τα analytics, είτε για τους παίκτες που αγωνίζονται στην ομάδα, είτε για τους υποψήφιους μεταγραφικούς στόχους; Φαντάζει δύσκολο, αφού το μοντέλο που ακολουθείται εδώ και χρόνια, είναι άλλο. Με τον «Μεγάλο» να διοικεί με έναν κλειστό κύκλο συμβούλων οι οποίοι συνήθως επιλέγουν έναν προπονητή και/ή έναν καινούριο τεχνικό διευθυντή.
Τους δίνονται σχεδόν πάντοτε λιγότερα «όπλα» και συνήθως ελάχιστος χρόνος για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τους καλύτερα εξοπλισμένους αντιπάλους. Μόλις αυτό δε γίνει, ο προπονητής συνήθως φεύγει, μετά από διάστημα συνήθως μηνών, για να αναλάβει ο επόμενος ή το επόμενο δίδυμο. Κι αυτό κρατάει για χρόνια στην ΑΕΚ. Και ουδείς νιώθει την παραμικρή ανάγκη να δοκιμάσει ένα άλλο μοντέλο, έτσι για την αλλαγή. Αλλά η αλλαγή είναι πράγμα δύσκολο και επίπονο, απαιτεί υπερβάσεις και αντοχές από όλους. Είναι λογικό πως για κάποιους, η διατήρηση της μετριότητας, είναι μια βολική λύση.
Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Όσα γήπεδα κι αν φτιάξει, όσα πρόσωπα κι αν αλλάξει στο αγωνιστικό τμήμα, η ΑΕΚ είναι δέσμια του ίδιου του μοντέλου διοίκησης που έχει επιλέξει να ακολουθήσει. Είναι στο χέρι αυτών που αποφασίζουν για τις τύχες της, να πάρουν τις σωστές αποφάσεις, για να μην συνεχιστεί αυτή η ταλαιπωρία που βιώνει ο κόσμος της ομάδας.