Υπόκλιση στα νέα Dune, σεβασμός στο παλιό
Δεν θυμάμαι πότε ήταν η τελευταία φορά που έφυγα εντυπωσιασμένος από την αίθουσα και να πω “ναι, αυτή η ταινία είναι για κινηματογράφο”, μέχρι το δεύτερο μέρος του Dune.
Έχοντας κάνει ένα εξαιρετικό αγροτικό στον sci-fi κόσμο με τα Arrival και Blade Runner 2049, ο Villeneuve ήταν έτοιμος να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα, να μεταφέρει τον πολύπλοκο κόσμο του Dune στην μεγάλη οθόνη για πρώτη φορά μετά το 1984.
Ένα εντρύφημα που έχει εμπνεύσει αμέτρητους καλλιτέχνες σε κάθε μορφή τέχνης, αλλά δεν το έλεγες και Harry Potter στην δημοφιλία για να μπει και στον κινηματογράφο ως mainstream παραγωγή και να ορίσει ένα νέο pop culture της μεγάλης οθόνης.
Το πρώτο Dune που κυκλοφόρησε το 2021 ήταν μια σπουδαία παραγωγή που απέδωσε δικαιοσύνη σε όσους το περίμεναν χρόνια μετά την πρώτη αμφιλεγόμενη ταινία του 1984. Προετοίμασε το έδαφος για μια saga ώστε να γίνει και αυτή με την σειρά της ορόσημο στον sci-fi και όχι μόνο, κινηματογράφο.
Αλλάζοντας ελάχιστα πράγματα από τα πρώτα 90′ της ταινίας του Lynch (περισσότερα γι’αυτή παρακάτω), o Villeneuve πρόσθεσε μαεστρικά σε όσο χρόνο μπορούσε μερικές εντυπωσιακές σκηνές, όπως την προετοιμασία των Sardaukar.
Φωτογραφία, μουσική, κινηματογραφία, ένδυση πήραν άριστα και απογειώνονται ακόμη περισσότερο στην δεύτερη ταινία.
Οι σκηνές εκπαίδευσης στην έρημο μαζί με όσες είναι θρησκευτικού και μιλιταριστικού περιεχομένου μαζί με το μεγαλειώδες σάουντρακ του Zimmer προσφέρουν δέος και ένα επικό μεγαλείο που είχαμε καιρό να δούμε στον κινηματογράφο.
Σε αυτά που έχω κάποιες ενστάσεις είναι κάποιες σεναριακές επιλογές και στις δύο ταινίες, όπως π.χ. η απεικόνιση του αυτοκράτορα και ο λόγος προδοσίας πιστού μέλους των Ατρειδών στο πρώτο.
Στο ερμηνευτικό κομμάτι, πιστεύω ότι ο Chalamet είναι πολύ καλός στον ρόλο. Μπορεί να είναι το μεγαλύτερο βύσμα του Hollywood και να τον βλέπεις παντού, αλλά για να λέει ο Villeneuve ότι πρώτα ξεκίνησαν με αυτόν, κάτι θα ξέρει παραπάνω. Καλύτερη και πιο εκφραστική η Zendaya (μαζί με την Kardasian και την Swift είναι οι Lisan al Gaib των εφήβων της Αμερικής) στο πρώτο και ενώ έχει ενδιαφέρον ο χαρακτήρας της συνολικά, πέρασε την δεύτερη ταινία κάνοντας συνολικά 3-4 γκριμάτσες. Εξαιρετική η Ferguson ως αμφιλεγόμενη Bene Gesserit και πάντα σταθερές αξίες οι Bardem και Brolin. Ξεχωριστή αναφορά στον Skarsgård για την νοσηρή και μεγαλοπρεπή απεικόνιση του Baron ενώ και ο Butler είναι πολύ καλός ως Feyd-Rautha.
Βάση και των δύο νέων ταινιών σεναριακά, είναι η πολύπαθη ταινία του David Lynch, η πρώτη ολοκληρωμένη προσπάθεια μεταφοράς του βιβλίου στον κινηματογράφο το 1984.
Μια ταινία που με τα πολλά κατέληξε στον Lynch, δέχθηκε να την σκηνοθετήσει και να υπογράψει το σενάριο, αλλά με το τελικό αποτέλεσμα να είναι τελείως διαφορετικό από αυτό που ήθελε ο ίδιος.
O Lynch έμεινε πιο κοντά στο βιβλίο σε μερικές σκηνές, έδειξε τους Guild Navigators, βασίζεται πολύ σε αφήγηση και στις εσωτερικές σκέψεις των πρωταγωνιστών και επέλεξε (ή τον ανάγκασαν να επιλέξει) μια μοιρολατρική πορεία του ήρωα, αντίθετα με τον Villeneuve που αφήνει στον θεατή να αποφασίσει αν ο κεντρικός ήρωας οδηγείται από την μοίρα ή αν εκμεταλεύεται την θρησκευτική προσήλωση και την αναμονή για έναν νέο μεσσία. O Paul του Lynch είναι ήρωας, ενώ αυτός του Villeneuve αντιήρωας.
Σε ύφος, του Lynch είναι σκέτη ψυχεδέλεια αλλά με ελάχιστο σουρεαλισμό που χαρακτηρίζει τον σκηνοθέτη (όλοι αναρωτιούνται πως θα ήταν αν του έδιναν τα κλειδιά να την κάνει όπως την θέλει ο ίδιος) ενώ του Villeneuve είναι ένα βιβλικό έπος με ίντριγκα, μάχες και εσωτερικές πάλες.
Από εκεί και πέρα, ο θεατής πρέπει να είναι έτοιμος για οποιαδήποτε καλλιτεχνικό σοκ αν δεν έχει δει το παλιό. Μιλάμε για μια ταινία του 1984 που στόχευε να γίνει το επόμενο Star Wars και καταποντίστηκε από τους ίδιους τους παραγωγούς της με τις συνεχείς παρεμβολές τους.
Τα γραφικά είναι αυτά που είναι, η τεχνολογία υπάρχει μεν αλλά δεν έγραψε και ιστορία όπως άλλες παραγωγές της εποχής, οι ερμηνείες είναι επί το πλείστον κακές ή και αστείες, όπως και πολλές σκηνές της. Είναι ημιτελειωμένη, σεναριακά κόπηκαν πάνω από 10 ώρες και πατάει γκάζι στα τελευταία 40′ για να τελειώσει όσο πιο γρήγορα γίνεται.
Δικαιωματικά κέρδισε ένα cult στάτους ανά τα χρόνια.
Ακόμη και τα trivia της ταινίας μεγεθύνουν το cult στάτους της, όπως π.χ. ο Patrick Stewart (ο οποίος φαίνεται γεννήθηκε 50 χρονών) προσλήφθηκε κατά λάθος μιας και ο Lynch περίμενε άλλον Patrick Stewart, όπως ότι ο ίδιος ο Stewart και δεν είχε ιδέα ποιος ήταν και ο Sting που θα έπαιζε τον ρόλο του Feyd-Rautha. Μάλιστα, είχε καταλάβει ότι ο Sting έπαιζε τότε σε μπάντα της αστυνομίας (The Police).
Πολλοί την αγαπάνε γι’αυτό που είναι και ας έχει τα αρνητικά της. Ο συγγραφέας Herbert την είχε βρει καλή αλλά διαφώνησε με το θεογονικό τέλος της , ενώ ο Lynch αρνείται μέχρι σήμερα να ασχοληθεί ξανά με την ταινία και να κυκλοφορήσει την δική του εκδοχή. Mέχρι σήμερα δεν θέλει να συζητάει την εμπειρία του αυτή, χαρακτηρίζοντάς την ως αποτυχία και μεγάλη στενοχώρια.
Το εξαιρετικό σάουντρακ που έχουν και οι δύο ταινίες δείχνει και την διαφορά στο ύφος τους.
Η παλιά ταινία έχει ένα αιθέριο, κοσμικό, υποβλητικό theme με την υπογραφή των Toto και του Brian Eno που ταιριάζει απόλυτα στην ψυχεδελική ατμόσφαιρα του κόσμου του Dune, μεταφέροντας τον θεατή στο υπερπέραν. Σαν να είσαι έτοιμος να πάρεις μια μεγάλη απόφαση μπροστά στην μεγαλοπρέπεια του σύμπαντος.
O Hans Zimmer στις νέες ταινίες δημιούργησε ένα καθηλωτικό σάουντρακ και έδωσε ένταση και παλμό σε κάθε σκηνή, κάτι που λείπει στοιχειωδώς στην παλιότερη ταινία. Είναι σάουντρακ με μουσική που είναι αρχέγονη και φουτουριστική, πρωτόγονη και περίπλοκη, λυτρωτική άγρια ταυτόχρονα. Έδεσε μοναδικά με τις απίστευτες εικόνες και την κινηματογραφία των ταινιών και δικαιωματικά ο δημιουργός του πήρε ένα ακόμη Oscar.
Ο Villeneuve σεβάστηκε και απέτισε φόρο τιμής στο παλιό Dune και στις δύο ταινίες του. Δεν βασίστηκε μόνο σεναριακά σε αυτές. Η σκηνή με το πτώμα στην μέση της ερήμου και το κομμένο αυτί στην δεύτερη ταινία είναι ένα κλείσιμο ματιού και μια ευχαριστία προς τον Lynch (παρμένο από την ταινία Blue Velvet).
Και οι δύο σκηνοθέτες έπρεπε να κόψουν πολλές ώρες, με τον Villeneuve να είναι πολύ πιο τυχερός και ευέλικτος με το μπάτζετ και την εφαρμογή του.
Θεωρώ ότι ο Villeneuve έθεσε νέα standard επικού blockbuster στο Hollywood με το δευτέρο μέρος. Δεν νομίζω να έχει σύντομα αντίπαλο από τον sci-fi κόσμο αλλά και το Hollywood γενικότερα, όσον αφορά την κινηματογραφική απόλαυση που πρόσφερε το Dune: Part II.
Ο ίδιος είπε ότι θα γυρίσει το τρίτο μέρος μόνο αν δει ότι θα είναι καλύτερο από το δεύτερο. Και αφού κάνει άλλες ταινίες πρώτα, οπότε θα πάρει καιρό.
Μέχρι τότε, ας διαβάσουμε τα 6 συν 30 περίπου άλλα βιβλία για τον κόσμο του Dune, να σχηματίσουμε την δική μας άποψη για τους χαρακτήρες, να διαμαρτυρηθούμε τι άφησαν οι δύο σκηνοθέτες και να τονίσουμε τις διαφορές από τα βιβλία, να δούμε ξανά τις δύο ταινίες του Villeneuve και να τον συγχαρούμε για το σκηνοθετικό κατόρθωμά του αλλά και να σεβαστούμε και τον Lynch για το ημιτελές και ψυχεδελικό πόνημά του.